Tρυποφράχτης (Troglodytes troglodytes)
Ο Τρυποφράχτης είναι στρουθιόμορφο πτηνό της οικογενείας των Τρωγλοδυτιδών, που απαντά και στον ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Troglodytes troglodytes και περιλαμβάνει 41 υποείδη.
Η Ευρωπαική του ονομασία είναι Wren, ενώ στην Κύπρο είναι γνωστός με το όνομα Τρυποκάρυδος.
Η επιστημονική ονομασία, τόσο του γένους όσο και του είδους, είναι ελληνική: τρωγλοδύτης < τρώγλη + δύω «βυθίζομαι» και παραπέμπει ευθέως στη συνήθεια του πτηνού να κρύβεται καλά στην πυκνή βλάστηση και σε σχισμές, όταν ψάχνει για την τροφή του ή για να κουρνιάσει. Το ίδιο ισχύει και για την ελληνική λαϊκή ονομασία του και, τη συνήθειά του να κρύβεται στους φράχτες.
Οικογένεια: Τρωγλοδυτίδες (Troglodytidae) | Γένος: Τρωγλοδύτης (Troglodytes)
Ο τρυποφράχτης είναι από τα μικρότερα σε μέγεθος ωδικά πτηνά, πράγμα που μερικές φορές δυκολεύει την παρατήρησή του, αν και δεν θεωρείται ιδιαίτερα ντροπαλό πουλί. Ωστόσο, το «στρουμπουλό», καφεκόκκινο παρουσιαστικό του, σε συνδυασμό με την συνήθως ανασηκωμένη, σχεδόν σε ορθή γωνία, ουρά και, το πολύ μικρό του μέγεθος, το κάνουν εύκολα αναγνωρίσιμο όταν εμφανίζεται.
Το πτέρωμά του είναι ανοικτό καφέ στο κεφάλι και τη ράχη, αλλά οι πτέρυγες, το ουροπύγιο και η ουρά είναι σκούρα καφά ή καφεκόκκινα. Μία κρεμόχρωμη υπεροφθάλμια γραμμή είναι ευδιάκριτη, η οποία καταλήγει στα ωτικά καλυπτήρια. Υπάρχουν σκούρες καφέ κυματοειδείς ραβδώσεις στην ουρά και τα πλευρά, ενώ οι πτέρυγες εμφανίζουν μικρά, λευκά και σκούρα παραλληλόγραμμα που εναλλάσσονται μεταξύ τους. Όταν πετάει, οι πτέρυγες φαίνονται πολύ πιο σκούρες από το υπόλοιπο σώμα του. Ο λαιμός και το στήθος είναι πολύ ανοικτόχρωμα μπεζ-καφέ αλλά, βαθμιαία, η κάτω επιφάνεια σκουραίνει προς το μέρος της κοιλιάς και αποκτά χαρακτηριστικές κεραμιδοειδείς αλληλοεπικαλυπτόμενες γραμμώσεις. Η ουρά του είναι τετραγωνισμένη, με ραβδώσεις και κοντή, τόσο ώστε να δίνει την εντύπωση ότι είναι κολοβό. Το μυτερό, σχετικά μακρύ και ελαφρώς κυρτό ράμφος είναι μαυριδερό στο πάνω μέρος (ρινοθήκη) και κιτρινωπό καφέ στο κάτω (γναθοθήκη). Οι ταρσοί και τα πόδια είναι σαρκόχρωμα, ενώ η ίριδα του ματιού είναι μαυριδερή.
Έχει 10 πρωτεύοντα ερετικά φτερά, 9 δευτερεύοντα, 2 νόθα (alula) και 12 πηδαλιώδη.
Τα φύλα είναι όμοια στην εμφάνιση και δεν εμφανίζουν ιδιαίτερο φυλετικό διμορφισμό, αλλά τα αρσενικά είναι λίγο μεγαλύτερα και βαρύτερα από τα θηλυκά. Τα νεαρά πουλιά μοιάζουν με τα ενήλικα, αλλά η σκοτεινή ράβδωση στο πτέρωμα δεν είναι τόσο έντονη.
Ο τρυποφράχτης τρέφεται κυρίως με μικρού μεγέθους ζωική ύλη, παντός τύπου, αλλά γενικά θεωρείται εντομοφάγο πτηνό. Στα άφθονα προτιμώμενα θηράματα συμπεριλαμβάνονται αράχνες, φαλάγγια, ακάρεα, μικρά καρκινοειδή, ισόποδα και σαρανταποδαρούσες. Από τα έντομα προτιμά μικρές νυχτοπεταλούδες, μικρές λιβελλούλες, ψαλίδες, ορθόπτερα, βρωμούσες, μυρμήγκια, υμενόπτερα, νευρόπτερα, κουνούπια, πεταλούδες και μύγες, ενώ δεν περιφρονεί γυρίνους και μαλάκια. Μερικές φορές τρέφεται με μικρά σπέρματα, βατόμουρα και καρπούς κουφοξυλιάς. Μερικές φορές «κλέβει» σταφύλια, είτε από τις καλλιέργειες, είτε από τα τρυγημένα.
Η αναζήτηση της λείας πραγματοποιείται κυρίως κοντά στο έδαφος, στις ρίζες, στα φρύγανα και την άκρη του νερού, λιγότερο συχνά στα κλαδιά των δέντρων ή των θάμνων. Συνήθως αναζητά την τροφή του κοντά στο νερό, διότι εκεί είναι αφθονότερη ακόμα και τον χειμώνα, ενώ πολλές φορές αρπάζει και θηράματα μέσα από το νερό. Ο τρυποφράχτης γλιστράει εύκολα μέσα από τα χαμόκλαδα, και διεισδύει με το λεπτό ράμφος του στις μικρές ρωγμές του φλοιού των δένδρων ή των βλαστών, όπου υπάρχουν έντομα, αράχνες και προνύμφες. Το δύσπεπτο χιτινώδες περίβλημα κάποιων θηραμάτων το αποβάλλει με τη μορφή σφαιρικών συσσωμάτων. Τα θηλυκά συνηθίζουν να αναζητούν την τροφή τους στο έδαφος, ενώ τα αρσενικά μπορεί να φθάνουν και στα κλαδιά των ψηλών δένδρων.
Ο τρυποφράκτης είναι πολύ δραστήριος κατά τη διάρκεια της ημέρας και το σούρουπο, αν και στις περιοχές διαχείμασης μπορεί επίσης να είναι ενεργός το βράδυ. Αφήνει το χώρο κουρνιάσματος με το πρώτο φως το πρωί και επανέρχεται λίγο μετά το σούρουπο. Όταν δεν κινείται, κρύβεται μόνο στην πυκνή βλάστηση του εδάφους, σπάνια σε μία από τις φωλιές επιλογής του, αλλά τα θηλυκά κατά την αναπαραγωγική περίοδο μένουν στη φωλιά. Περνάει την περισσότερη ώρα στην πυκνή βλάστηση των θάμνων και, όταν αποφασίζει να αλλάξει θέση, το κάνει γρήγορα μέχρι να καλυφθεί ξανά. Αποφεύγει συνήθως να πετάει σε μεγάλη απόσταση και, όταν το κάνει, πετάει σε ευθεία γραμμή, γρήγορα και κοντά στο έδαφος, ενώ τα φτεροκοπήματά του παράγουν έναν χαρακτηριστικό ήχο στροβιλισμού σαν του μπάμπουρα. Είναι υπερκινητικό πτηνό και η κίνησή του είναι τόσο γρήγορη που, πολλές φορές, θυμίζει εκείνη ενός ποντικού. Μπορεί να ανέβει κάθετα το στέλεχος ενός βλαστού, ή ένα κορμό με τα μακριά του δάχτυλα και τα γαμψά του νύχια, αλλά σπάνια κινείται προς τα κάτω.
Ο τρυποφράκτης καθαρίζει το πτέρωμά του συνήθως μέσα στην πυκνή βλάστηση στο έδαφος. Χρησιμοποιεί το ράμφος του -το οποίο ακονίζει στα κλαδιά- και λιπαρή ουσία που εκκρίνεται από ειδικό αδένα. Συχνά, μπορεί να κάνει αμμόλουτρο ή να τρίβει το σώμα του στο γρασίδι, αλλά σπάνια μπαίνει στο νερό.
Οι τρυποφράχτες είναι, γενικά, μοναχικά πτηνά, με τα αρσενικά να μην ανέχονται το ένα το άλλο, ενώ τα θηλυκά μπορούν σε μεγάλο βαθμό να βρίσκονται σε γειτονικές φωλιές, χωρίς πρόβλημα. Τα νεαρά άτομα, από το πρώτο έτος της ηλικίας τους μπορούν να ενωθούν για να σχηματίσουν μικρές ομάδες. Ο τρυποφράκτης συνηθίζει να ανασηκώνει την ουρά του, σχεδόν σε ορθή γωνία σε σχέση με το σώμα του και να την κινεί διαρκώς,[21] ιδιαίτερα όταν είναι εξιταρισμένος. Αυτό μπορεί να συμβαίνει όταν βρίσκεται κοντά σε ένα θηλυκό, είτε όταν αντιδρά από την παρουσία άλλου αρσενικού, οπότε τραγουδάει πολύ εντονότερα.
Τη νύχτα, συνήθως το χειμώνα, συχνά κουρνιάζει, -πιστό στην επιστημονική ονομασία του- σε σκοτεινές κοιλότητες ή σχισμές, σε άνετες τρύπες ή ακόμη και σε παλιές φωλιές. Σε σκληρές καιρικές συνθήκες, μπορεί να κουρνιάζει ομαδικά (μέχρι και 60 άτομα), είτε πρόκειται για τα μέλη της οικογένειάς του, είτε για ξένα μεταξύ τους άτομα, ώστε να υπάρχει περισσότερη ζεστασιά.
Στην ευρωπαϊκή λαογραφία, ο τρυποφράχτης αναφέρεται σε ένα μύθο που ο Πλούταρχος αποδίδει στον Αίσωπο, όταν ο αετός και ο τρυποφράχτης αγωνίστηκαν ποιος θα πετάξει ψηλότερα: ο τρυποφράχτης ανέβηκε στη ράχη του αετού και, όταν εκείνος κουράστηκε, ο τρυποφράχτης πέταξε πάνω από αυτόν. Ο μύθος ήθελε να δείξει ότι η εξυπνάδα είναι καλύτερη από τη δύναμη. Επίσης, το πτηνό αναφέρεται και στα περίφημα παραμύθια των αδελφών Γκριμ («Ο Τρυποφράχτης και η Αρκούδα»). Ο Αριστοτέλης και ο Πλούταρχος αποκαλούσαν το πτηνό «βασιλιά» και «μικρό βασιλιά», αντίστοιχα. Άλλωστε στα γερμανικά ονομάζεται «Zaunkönig» και στα ολλανδικά «Winterkoning», αλλά και στην Ιαπωνία «Βασιλιάς των Ανέμων». Ήταν ιερό πουλί για τους Δρυίδες, οι οποίοι το έκριναν ως το «υπέρτατο ανάμεσα σε όλα τα πουλιά» και χρησιμοποιούσαν το κελάηδημά του για μαντεία. Σύμφωνα με τον Σουητώνιο, η δολοφονία του Ιούλιου Καίσαρα είχε προβλεφθεί από έναν δυσοίωνο τρυποφράχτη. Ο τρυποφράκτης αναφέρεται ακόμη και στο μαρτύριο του Αγίου Στεφάνου, ο οποίος υποτίθεται ότι προδόθηκε από το δυνατό τραγούδι του, όταν προσπάθησε να κρυφτεί από τους εχθρούς του.
Πηγή wikipedia
Ο Τρυποφράχτης είναι στρουθιόμορφο πτηνό της οικογενείας των Τρωγλοδυτιδών, που απαντά και στον ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Troglodytes troglodytes και περιλαμβάνει 41 υποείδη.
Η Ευρωπαική του ονομασία είναι Wren, ενώ στην Κύπρο είναι γνωστός με το όνομα Τρυποκάρυδος.
Η επιστημονική ονομασία, τόσο του γένους όσο και του είδους, είναι ελληνική: τρωγλοδύτης < τρώγλη + δύω «βυθίζομαι» και παραπέμπει ευθέως στη συνήθεια του πτηνού να κρύβεται καλά στην πυκνή βλάστηση και σε σχισμές, όταν ψάχνει για την τροφή του ή για να κουρνιάσει. Το ίδιο ισχύει και για την ελληνική λαϊκή ονομασία του και, τη συνήθειά του να κρύβεται στους φράχτες.
Οικογένεια: Τρωγλοδυτίδες (Troglodytidae) | Γένος: Τρωγλοδύτης (Troglodytes)
Ο τρυποφράχτης είναι από τα μικρότερα σε μέγεθος ωδικά πτηνά, πράγμα που μερικές φορές δυκολεύει την παρατήρησή του, αν και δεν θεωρείται ιδιαίτερα ντροπαλό πουλί. Ωστόσο, το «στρουμπουλό», καφεκόκκινο παρουσιαστικό του, σε συνδυασμό με την συνήθως ανασηκωμένη, σχεδόν σε ορθή γωνία, ουρά και, το πολύ μικρό του μέγεθος, το κάνουν εύκολα αναγνωρίσιμο όταν εμφανίζεται.
Το πτέρωμά του είναι ανοικτό καφέ στο κεφάλι και τη ράχη, αλλά οι πτέρυγες, το ουροπύγιο και η ουρά είναι σκούρα καφά ή καφεκόκκινα. Μία κρεμόχρωμη υπεροφθάλμια γραμμή είναι ευδιάκριτη, η οποία καταλήγει στα ωτικά καλυπτήρια. Υπάρχουν σκούρες καφέ κυματοειδείς ραβδώσεις στην ουρά και τα πλευρά, ενώ οι πτέρυγες εμφανίζουν μικρά, λευκά και σκούρα παραλληλόγραμμα που εναλλάσσονται μεταξύ τους. Όταν πετάει, οι πτέρυγες φαίνονται πολύ πιο σκούρες από το υπόλοιπο σώμα του. Ο λαιμός και το στήθος είναι πολύ ανοικτόχρωμα μπεζ-καφέ αλλά, βαθμιαία, η κάτω επιφάνεια σκουραίνει προς το μέρος της κοιλιάς και αποκτά χαρακτηριστικές κεραμιδοειδείς αλληλοεπικαλυπτόμενες γραμμώσεις. Η ουρά του είναι τετραγωνισμένη, με ραβδώσεις και κοντή, τόσο ώστε να δίνει την εντύπωση ότι είναι κολοβό. Το μυτερό, σχετικά μακρύ και ελαφρώς κυρτό ράμφος είναι μαυριδερό στο πάνω μέρος (ρινοθήκη) και κιτρινωπό καφέ στο κάτω (γναθοθήκη). Οι ταρσοί και τα πόδια είναι σαρκόχρωμα, ενώ η ίριδα του ματιού είναι μαυριδερή.
Έχει 10 πρωτεύοντα ερετικά φτερά, 9 δευτερεύοντα, 2 νόθα (alula) και 12 πηδαλιώδη.
Τα φύλα είναι όμοια στην εμφάνιση και δεν εμφανίζουν ιδιαίτερο φυλετικό διμορφισμό, αλλά τα αρσενικά είναι λίγο μεγαλύτερα και βαρύτερα από τα θηλυκά. Τα νεαρά πουλιά μοιάζουν με τα ενήλικα, αλλά η σκοτεινή ράβδωση στο πτέρωμα δεν είναι τόσο έντονη.
Ο τρυποφράχτης τρέφεται κυρίως με μικρού μεγέθους ζωική ύλη, παντός τύπου, αλλά γενικά θεωρείται εντομοφάγο πτηνό. Στα άφθονα προτιμώμενα θηράματα συμπεριλαμβάνονται αράχνες, φαλάγγια, ακάρεα, μικρά καρκινοειδή, ισόποδα και σαρανταποδαρούσες. Από τα έντομα προτιμά μικρές νυχτοπεταλούδες, μικρές λιβελλούλες, ψαλίδες, ορθόπτερα, βρωμούσες, μυρμήγκια, υμενόπτερα, νευρόπτερα, κουνούπια, πεταλούδες και μύγες, ενώ δεν περιφρονεί γυρίνους και μαλάκια. Μερικές φορές τρέφεται με μικρά σπέρματα, βατόμουρα και καρπούς κουφοξυλιάς. Μερικές φορές «κλέβει» σταφύλια, είτε από τις καλλιέργειες, είτε από τα τρυγημένα.
Η αναζήτηση της λείας πραγματοποιείται κυρίως κοντά στο έδαφος, στις ρίζες, στα φρύγανα και την άκρη του νερού, λιγότερο συχνά στα κλαδιά των δέντρων ή των θάμνων. Συνήθως αναζητά την τροφή του κοντά στο νερό, διότι εκεί είναι αφθονότερη ακόμα και τον χειμώνα, ενώ πολλές φορές αρπάζει και θηράματα μέσα από το νερό. Ο τρυποφράχτης γλιστράει εύκολα μέσα από τα χαμόκλαδα, και διεισδύει με το λεπτό ράμφος του στις μικρές ρωγμές του φλοιού των δένδρων ή των βλαστών, όπου υπάρχουν έντομα, αράχνες και προνύμφες. Το δύσπεπτο χιτινώδες περίβλημα κάποιων θηραμάτων το αποβάλλει με τη μορφή σφαιρικών συσσωμάτων. Τα θηλυκά συνηθίζουν να αναζητούν την τροφή τους στο έδαφος, ενώ τα αρσενικά μπορεί να φθάνουν και στα κλαδιά των ψηλών δένδρων.
Ο τρυποφράκτης είναι πολύ δραστήριος κατά τη διάρκεια της ημέρας και το σούρουπο, αν και στις περιοχές διαχείμασης μπορεί επίσης να είναι ενεργός το βράδυ. Αφήνει το χώρο κουρνιάσματος με το πρώτο φως το πρωί και επανέρχεται λίγο μετά το σούρουπο. Όταν δεν κινείται, κρύβεται μόνο στην πυκνή βλάστηση του εδάφους, σπάνια σε μία από τις φωλιές επιλογής του, αλλά τα θηλυκά κατά την αναπαραγωγική περίοδο μένουν στη φωλιά. Περνάει την περισσότερη ώρα στην πυκνή βλάστηση των θάμνων και, όταν αποφασίζει να αλλάξει θέση, το κάνει γρήγορα μέχρι να καλυφθεί ξανά. Αποφεύγει συνήθως να πετάει σε μεγάλη απόσταση και, όταν το κάνει, πετάει σε ευθεία γραμμή, γρήγορα και κοντά στο έδαφος, ενώ τα φτεροκοπήματά του παράγουν έναν χαρακτηριστικό ήχο στροβιλισμού σαν του μπάμπουρα. Είναι υπερκινητικό πτηνό και η κίνησή του είναι τόσο γρήγορη που, πολλές φορές, θυμίζει εκείνη ενός ποντικού. Μπορεί να ανέβει κάθετα το στέλεχος ενός βλαστού, ή ένα κορμό με τα μακριά του δάχτυλα και τα γαμψά του νύχια, αλλά σπάνια κινείται προς τα κάτω.
Ο τρυποφράκτης καθαρίζει το πτέρωμά του συνήθως μέσα στην πυκνή βλάστηση στο έδαφος. Χρησιμοποιεί το ράμφος του -το οποίο ακονίζει στα κλαδιά- και λιπαρή ουσία που εκκρίνεται από ειδικό αδένα. Συχνά, μπορεί να κάνει αμμόλουτρο ή να τρίβει το σώμα του στο γρασίδι, αλλά σπάνια μπαίνει στο νερό.
Οι τρυποφράχτες είναι, γενικά, μοναχικά πτηνά, με τα αρσενικά να μην ανέχονται το ένα το άλλο, ενώ τα θηλυκά μπορούν σε μεγάλο βαθμό να βρίσκονται σε γειτονικές φωλιές, χωρίς πρόβλημα. Τα νεαρά άτομα, από το πρώτο έτος της ηλικίας τους μπορούν να ενωθούν για να σχηματίσουν μικρές ομάδες. Ο τρυποφράκτης συνηθίζει να ανασηκώνει την ουρά του, σχεδόν σε ορθή γωνία σε σχέση με το σώμα του και να την κινεί διαρκώς,[21] ιδιαίτερα όταν είναι εξιταρισμένος. Αυτό μπορεί να συμβαίνει όταν βρίσκεται κοντά σε ένα θηλυκό, είτε όταν αντιδρά από την παρουσία άλλου αρσενικού, οπότε τραγουδάει πολύ εντονότερα.
Τη νύχτα, συνήθως το χειμώνα, συχνά κουρνιάζει, -πιστό στην επιστημονική ονομασία του- σε σκοτεινές κοιλότητες ή σχισμές, σε άνετες τρύπες ή ακόμη και σε παλιές φωλιές. Σε σκληρές καιρικές συνθήκες, μπορεί να κουρνιάζει ομαδικά (μέχρι και 60 άτομα), είτε πρόκειται για τα μέλη της οικογένειάς του, είτε για ξένα μεταξύ τους άτομα, ώστε να υπάρχει περισσότερη ζεστασιά.
Στην ευρωπαϊκή λαογραφία, ο τρυποφράχτης αναφέρεται σε ένα μύθο που ο Πλούταρχος αποδίδει στον Αίσωπο, όταν ο αετός και ο τρυποφράχτης αγωνίστηκαν ποιος θα πετάξει ψηλότερα: ο τρυποφράχτης ανέβηκε στη ράχη του αετού και, όταν εκείνος κουράστηκε, ο τρυποφράχτης πέταξε πάνω από αυτόν. Ο μύθος ήθελε να δείξει ότι η εξυπνάδα είναι καλύτερη από τη δύναμη. Επίσης, το πτηνό αναφέρεται και στα περίφημα παραμύθια των αδελφών Γκριμ («Ο Τρυποφράχτης και η Αρκούδα»). Ο Αριστοτέλης και ο Πλούταρχος αποκαλούσαν το πτηνό «βασιλιά» και «μικρό βασιλιά», αντίστοιχα. Άλλωστε στα γερμανικά ονομάζεται «Zaunkönig» και στα ολλανδικά «Winterkoning», αλλά και στην Ιαπωνία «Βασιλιάς των Ανέμων». Ήταν ιερό πουλί για τους Δρυίδες, οι οποίοι το έκριναν ως το «υπέρτατο ανάμεσα σε όλα τα πουλιά» και χρησιμοποιούσαν το κελάηδημά του για μαντεία. Σύμφωνα με τον Σουητώνιο, η δολοφονία του Ιούλιου Καίσαρα είχε προβλεφθεί από έναν δυσοίωνο τρυποφράχτη. Ο τρυποφράκτης αναφέρεται ακόμη και στο μαρτύριο του Αγίου Στεφάνου, ο οποίος υποτίθεται ότι προδόθηκε από το δυνατό τραγούδι του, όταν προσπάθησε να κρυφτεί από τους εχθρούς του.
Πηγή wikipedia