Πελεκανόμορφα - Ορνιθοπανίδα Πελεκανόμορφα

Πελεκανόμορφα

Πελεκανόμορφα (Pelecaniformes)
Τάξη πτηνών, που χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι τα δάκτυλά τους είναι ενωμένα με νηκτική μεμβράνη, τεντωμένη όχι μόνο ανάμεσα στα 3 μπροστινά δάκτυλα, αλλά και ανάμεσα στο δεύτερο δάκτυλο και τον αντίχειρα, που είναι γυρισμένος προς τα πίσω. Η τάξη αυτή αριθμεί 59 είδη. Τα πουλιά αυτά βαδίζουν δύσκολα. Έχουν μακρύ και δυνατό ράμφος και πυκνό φτέρωμα. Τα περισσότερα ζουν στις ακροθαλασσιές ενώ άλλα μόνο στις μεγάλες λίμνες και στις όχθες των ποταμών. Οι κυριότερες οικογένειες πελεκανόμορφων είναι οι πελεκανίδες, οι φαλακροκορακίδες, οι φρεγατίδες, οι ανχινγκίδες και οι σουλίδες.
Παραδοσιακή ταξινόμηση
ανινγκίδες (Anhingidae), φρεγατίδες (Fregatidae), πελεκανίδες (Pelecanidae), φαεθοντίδες (Phaethontidae), φαλακροκορακίδες (Phalacrocoracidae), σουλίδες (Sulidae).

Σύμφωνα με τη Διεθνή Ένωση Ορνιθολόγων,
ερωδιίδες (Ardeidae), φαλαινοκεφαλίδες (Balaenicipitidae), πελεκανίδες (Pelecanidae), σκοπίδες (Scopidae), θρησκειορνιθίδες (Threskiornithidae)

    Πελεκανόμορφα (Pelecaniformes)
πελεκανίδες (Pelecanidae)
Γένος και κοινή, σήμερα, ονομασία τών υδρόβιων πελεκανόμορφων πουλιών τα οποία, σύμφωνα με τη σύγχρονη ταξινόμηση ανήκουν στην οικογένεια pelicanidae, είναι από τα πιο μεγαλόσωμα πουλιά, έχουν αδέξιο βάδισμα και χαρακτηρίζονται από ένα διασταλτό φαρυγγικό σάκο στο κάτω μέρος τού ράμφους μέσα στον οποίο αποθηκεύουν τη λεία τους

φαλακροκορακίδες (Phalacrocoracidae)
Οικογένεια πουλιών της τάξης των πελεκανόμορφων ή στεγανόποδων. Αριθμεί γύρω στα 30 είδη, γνωστά κυρίως με την κοινή ονομασία κορμοράνοι. Στις ελληνικές περιοχές ζουν τρία είδη, ο φαλακροκόρακας ο άνθρακας (αλλιώς κορμοράνος, ρώσσα, καραπαπί, καραμπαμπάς, καταρράχτης και καλικατζού), ο φαλακροκόρακας του
Αριστοτέλη (αλλιώς θαλασσοκουρούνα, γυαλόπαπια, θαλασσοκόρακας, καλικατσούδα, καλικατζού, καρκατζούνα, καραμπατάκι) και ο φαλακροκόρακας ο πυγμαίος (αλλιώς ώφυια, μικρή λαγγόνα).

φρεγατίδες (Fregatidae)
Στεγανόποδα υδρόβια πτηνά των τροπικών θαλασσών. Πετούν με μεγάλη ευχέρεια, αλλά δυσκολεύονται να περπατήσουν στο έδαφος. Αποφεύγουν να βουτούν στη θάλασσα γιατί, όταν βραχούν, δυσκολεύονται να πετάξουν. Οι φρεγάτες, όπως ονομάζονται τα πουλιά αυτά, συλλαμβάνουν ψάρια με το γαμψό ράμφος τους, καθώς αιωρούνται πάνω στα νερά, τις περισσότερες φορές όμως τα αρπάζουν από τους γλάρους και τους πελεκάνους. Γεννούν ένα μόνο αβγό. Οι νεοσσοί, γυμνοί αρχικά, γρήγορα σκεπάζονται από άσπρα πούπουλα. Το κυριότερο είδος ονομάζεται φρεγάτα η μεγαλοπρεπής, που είναι και το πιο εύσωμο.

ανίνγκα (Anninga)
Γένος πελεκανομόρφων πτηνών της οικογένειας των ανινγκιδών. Ζουν στις θερμές περιοχές του πλανήτη μας, σε μέρη όπου υπάρχουν ποτάμια ή λίμνες. Το μήκος του σώματός τους φτάνει τα 95 εκ., ενώ οι φτερούγες τα 35 εκ. Μοιάζουν πάρα πολύ με τους φαλακροκόρακες ή κορμοράνους, αν και έχουν μακρύτερο λαιμό και ράμφος, καθώς και ογκωδέστερο σώμα και φτερά. Για τον χαρακτηριστικό φιδίσιο λαιμό τους ονομάζονται και φιδολαίμηδεςφιδοπούλια. Οι α. είναι σπουδαίοι κολυμβητές. Το μεγάλο σώμα τους δεν έχει αεροφόρους σάκους και η τριβή με το νερό είναι ελάχιστη. Βυθίζονται ολόκληροι μέσα, εκτός από τον λαιμό και το κεφάλι. Κατασκευάζουν τη φωλιά τους με κλαδιά και φύλλα πάνω στα δέντρα, σε μικρή απόσταση από την επιφάνεια του νερού, ώστε να μπορούν να κατασκοπεύουν τη λεία τους, που είναι ψάρια ή βατράχια. Καμακώνουν τα ψάρια με το ισχυρό ράμφος, που αποτελεί προέκταση του μυώδους λαιμού, κι όταν αυτά πάψουν να αντιστέκονται τα πετούν στον αέρα και τα καταπίνουν. Τα θηλυκά γεννούν 3-5 αβγά σε χρώμα άσπρο προς μπλε, τα οποία κλωσούν και οι δύο γονείς. Όταν εκκολαφθούν, είναι τυφλά, γυμνά και δεν μπορούν να μετακινηθούν. Σε δύο εβδομάδες καταφέρνουν να κολυμπούν και σε πέντε εβδομάδες είναι ικανά να πετάξουν.

σουλίδες (Sulidae)
Οικογένεια πελεκανόμορφων πουλιών που αριθμεί 9 είδη. Τα πουλιά της οικογένειας αυτής χαρακτηρίζονται από ρινοθήκη που δε λυγίζει στην άκρη της και δεν έχουν σάκκο κάτω από το ράμφος τους για την αποθήκευση της τροφής. Είναι έμπειροι δύτες, και δε διστάζουν να πέσουν στη θάλασσα από 30 μ. ύψος για να πιάσουν ψάρια. Έχουν άλλωστε μεγάλη ικανότητα στο ψάρεμα και η καλύτερη τους τροφή είναι τα χελιδονόψαρα. Οι Σ. ζουν κοντά στις ακτές και κατά την εποχή του πολλαπλασιασμού τους συνηθίζουν να ζουν ομαδικά. Το κυριότερο γένος είναι η σούλα (sula bassana). Το είδος αυτό έχει συνολικό μήκος 0,90 περίπου εκ. Το άνοιγμα στις φτερούγες του φτάνει περίπου τα δύο μέτρα. Κολυμπά και πετά θαυμάσια εξαιτίας της παρουσίας, κάτω από το δέρμα, πολυάριθμων μικρών κυψελίδων γεμάτων αέρα, οι οποίες επικοινωνούν με αέριους θύλακες. Το φτέρωμα στα ενήλικα άτομα είναι λευκό, εκτός από τις άκρες στις φτερούγες που είναι μαύρο, στα νεαρά όμως άτομα έχει χρώμα καφέ προς το μαύρο με πολυάριθμα λευκά στίγματα. Φωλιάζει στις βορειότερες ακτές της Μεγάλης Βρετανίας, της Αμερικής και στην Ισλανδία, απ’ όπου το φθινόπωρο μεταναστεύει ως τις Κανάριους και τον Κόλπο του Μεξικού. Ένα όμοιο είδος είναι η σούλα η λευκογάστηρ (sula leucogaster), λίγο μικρότερη από την προηγούμενη, με καφέ φτέρωμα στο πάνω μέρος του σώματος και στο υπόλοιπο λευκό. Φωλιάζει στις ακτές και στα νησιά των ζωνών του Ατλαντικού και του Ινδικού, που είναι κοντά στον τροπικό του Καρκίνου. Και τα δύο είδη τρέφονται προπάντων με ψάρια. Ζουν σε πολυάριθμα σμήνη, που μερικές φορές φτάνουν σε δεκάδες χιλιάδες άτομα. Όπως και άλλα θαλασσοπούλια, οι σούλες είναι χρήσιμες στον άνθρωπο για την τεράστια ποσότητα λιπάσματος γκουάνο, που δημιουργούν με τ’ απορρίμματα τους.

θρησκειορνιθίδες (Threskiornithidae)
Γενική ονομασία πτηνών της υπόταξης των πελαγομόρφων, της οικογένειας των θρησκειορνιθιδών. Το πιο γνωστό είναι η ίβις η ιερά (Τhreskiornis aethiopicus), διαδεδομένο στην Αφρική (εκτός από τις νοτιοανατολικές περιοχές της) και σε μερικές ζώνες της νοτιοανατολικής Ασίας. Έχει μήκος περίπου 70 εκ. μαζί με την ουρά. Το κεφάλι και ο λαιμός της ίβις είναι γυμνά και
το δέρμα της είναι κατάμαυρο. Τα πόδια της έχουν σκούρο κόκκινο χρώμα. Τα μπροστινά δάχτυλα συνδέονται με μία μεμβράνη, ενώ τα πίσω είναι ελεύθερα. Ζει σε αγέλες, κοντά σε νερά και τρέφεται κυρίως με καρκινοειδή, μαλάκια, ερπετά και έντομα. Παλαιότερα ήταν γνωστό ως Tantalus aethiopicus. Στην αρχαιότητα, η ί. ήταν πολύ κοινή στην κοιλάδα του Νείλου. Επειδή μετανάστευε στην Αίγυπτο όταν ανέβαινε η στάθμη του ποταμού, οι αρχαίοι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι το πουλί αυτό προκαλούσε τις πλημμύρες του Νείλου που γονιμοποιούσαν την περιοχή. Το λάτρευαν ακόμα επειδή πίστευαν ότι η παρουσία του απομάκρυνε τα φίδια. Στην τροπική Αμερική συναντάται η ίβις η ερυθρά (Εudocimus ruber), που πήρε την ονομασία της από το ζωηρό κόκκινο φτέρωμά της. Στη βόρεια και ανατολική Αφρική και στην Αραβία ζει η ίβις η ερημίτις (Comatibis eremita), που ονομάστηκε έτσι επειδή ζει σε μεμονωμένες ομάδες, σε ορεινές και απρόσιτες περιοχές. Είναι μεγαλύτερη από την ιερή ί. και το φτέρωμά της είναι μαύρο και γυαλιστερό. Το είδος ίβις που ζει στην Ελλάδα είναι η Plegadis falcinellus, γνωστό με τις ονομασίες μαύρο τουρλί ή χαλκοκότα.

ερωδιίδες (Ardeidae)
Οικογένεια πελαργομόρφων ή κοκκινομόρφων πτηνών, γνωστών και με την ονομασία αρδεΐδες. Στην οικογένεια αυτή ανήκουν πουλιά μεγάλου μεγέθους που, όταν πετούν, τεντώνουν προς τα πίσω τα πόδια τους και προτείνουν το ράμφος τους. Οι ε. έχουν μακριές φτερούγες και μακριά πόδια. Τρέφονται με ψάρια και ζουν
σε τροπικές ή εύκρατες περιοχές. Κατά την πτήση έχουν τον λαιμό μαζεμένο σε σχήμα S και τα πόδια τεντωμένα.
Χτίζουν τις φωλιές τους σε δάση και –ύστερα από χρόνια διαμονής τους εκεί– αλλάζουν περιοχή, γιατί οι ακαθαρσίες τους και τα σάπια υπολείμματα των ψαριών που τρώνε μεταβάλλουν την ποιότητα του εδάφους και τα δέντρα ξεραίνονται.
Η οικογένεια αυτή έχει πολλά είδη, από τα οποία κυριότερα είναι ο ψαροφάγος, γνωστός με την επιστημονική ονομασία αρδέα η τεφρόχρους, αρδέα η πορφυρή, ερωδιός ο βουκόλος κ.ά.
Όλα σχεδόν τα πουλιά αυτά ζουν και στην Ελλάδα.

σκοπίδες (Scopidae)
Οικογένεια πουλιών της υπόταξης των πελαργών. Περιλαμβάνει ένα μόνο είδος, το σκοπό το σκοτεινόχρωμο, που ζει κοντά σε λίμνες ή θάλασσες της Αφρικής νότια της Σαχάρας. Φτάνει σε μήκος τα 60 εκ. και έχει μακρύ και ίσιο ράμφος, μεγάλες φτερούγες και κοντή ουρά. Το χρώμα του είναι σκούρο στο σώμα και ανοιχτότερο στην κοιλιά, ενώ τα φτερά του στο πίσω μέρος του κεφαλιού επιμηκύνονται και σχηματίζουν λοφίο. Ο σ. τρέφεται με μικρά υδρόβια ζώα, που συλλαμβάνει από τα νερά των ποταμών, των λιμνών και των θαλασσών, κοντά στα οποία ζει.

φαλαινοκεφαλίδες (Balaenicipitidae)
Ελληνική λόγια ονομασία των μεγαλόσωμων πελαργόμορφων πτηνών του γένους Balaeniceps, της οικογένειας των μπαλενικιπιτιδών ή φαλαινοκεφαλιδών, με μοναδικό αντιπρόσωπο το είδος Balaeniceps rex. Ζει στην τροπική ανατολική Αφρική.

φαεθοντίδες (Phaethontidae)
οικογένεια πτηνών τής τάξης πελεκανόμορφα, με τυπικό εκπρόσωπο το γένος φαέθων. Περιλαμβάνει τρία είδη θαλάσσιων πουλιών, τα οποία συναντώνται στις τροπικές θάλασσες όλου του κόσμου. Σημαντικό διακριτικό γνώρισμα των πουλιών αυτών αποτελούν τα κεντρικά φτερά της ουράς τους, τα οποία είναι λεπτά και πολύ μακριά.
Κείμενο: Ζιάκας Ηλίας
Ετικέτες: Παρυδάτια

Ευχαριστούμε που διαβάσατε την ανάρτηση Πελεκανόμορφα

Back To Top