Ίβις η Ερημίτης (Geronticus eremita)
Αποδημητικό πτηνό που ανήκει στις Θρησκιόρνιθες, Ibises (Threskiornithinae). Συναντάται σε άγονα, ημιερημικά ή βραχώδη ενδιαιτήματα, συχνά κοντά σε τρεχούμενο νερό.
Φτάνει σε μήκος σώματος μαζί με την ουρά, στα 60 εκατοστά (θηλυκά) και 75 εκατοστά (αρσενικά). Το βάρος φτάνει έως 1,5 κιλό. Το σύνολο του φτερώματος είναι μαύρο με μεταλλικές ανταύγειες. Συγκεκριμένα το στήθος και η κοιλιά έχουν γκρίζο ασημί ανταύγειες.
Ο λαιμός, η ράχη, οι άκρες από τις
φτερούγες και η ουρά έχουν συνήθως χαλκοπράσινες και μοβ ανταύγειες σπανιότερα γαλαζωπές στο φως του ήλιου. Η περιοχή της ωμοπλάτης μωβ ή κοκκινωπές ανταύγειες.
Κεφάλι κοκκινωπό άπτερον, τα φτερά του αυχένα έχουν λογχοειδές σχήμα και επεκτείνονται πρός τα κάτω, δίνοντας την εντύπωση χαίτης. Το ράμφος είναι κόκκινο σε σχήμα δρεπανοειδές με κλίση προς τα κάτω. Τα πόδια είναι γυμνά και κοντόχοντρα. Δεν υπάρχουν έντονες διαφορές στο φτέρωμα ανάμεσα στα δύο φύλα, τα θηλυκά είναι μόνο ελαφρώς μικρότερα και ελαφρύτερα από τα αρσενικά.
Κατηγορία: Πελαργόμορφα | Θρησκειορνιθίδαι
Είναι αγελαία πουλιά που σχηματίζουν αποικίες από πολλές δεκάδες έως και πάνω από εκατό πουλιά. Αναπαράγονται σε αποικίες στην ελεύθερη φύση. Ζούν περίπου 15 έως 20 χρόνια
Προέλευση: Παλιότερα ήταν κοινό είδος στην Ευρώπη, ζούσε στην Ισπανία στις χώρες των δυτικών Βαλκανίων, στη Γαλλία, στην Ελβετία, στην Ουγγαρία, στην Ιταλία στη νότια Γερμανία και στην Αυστρία. Τον 17ο αιώνα το είδος εξαφανίστηκε από την κεντρική Ευρώπη λόγω του εντατικού κυνηγιού και της απώλειας των ενδιαιτημάτων. Πρόσφατα τρέχουν διάφορα πειράματα επανεγκατάστασης του είδους και πάλι στην Ευρώπη. Στην άγρια φύση ζούν περίπου 500 πουλιά στο νότιο Μαρόκο, λιγότερα από 10 στη Συρία και 90 περίπου στην Τουρκία, θεωρείται είδος υπό εξαφάνιση. Σε αιχμαλωσία ζούν περίπου 2000 πουλιά.
Αναπαραγωγή: Αναπαράγεται σε αποικίες σε βραχώδεις και απόκρημνες περιοχές. Οι φωλιές χτίζονται κυρίως από κλαδιά, χόρτα και φύλλα κυρίως σε εσοχές βράχων. Η περίοδος αναπαραγωγής αρχίζει απο το Μάρτιο έως τον Ιούνιο. Το θηλυκό γεννάει δύο έως τέσσερα αυγά. Η επώαση διαρκεί 27 έως 28 ημέρες και συμμετέχουν και οι δύο γονείς. Στη διατροφή των νεοσσών εκτός από τους γονείς συμμετέχουν και τα άλλα ενήλικα πουλιά της αποικίας. Μετά από 45 έως 50 μέρες οι νεοσσοί μπορούν να πετάξουν, παραμένουν όμως μεγαλύτερο χρονικό διάστημα υπό την φροντίδα των ενήλικων.
Αποδημητικό πτηνό που ανήκει στις Θρησκιόρνιθες, Ibises (Threskiornithinae). Συναντάται σε άγονα, ημιερημικά ή βραχώδη ενδιαιτήματα, συχνά κοντά σε τρεχούμενο νερό.
Φτάνει σε μήκος σώματος μαζί με την ουρά, στα 60 εκατοστά (θηλυκά) και 75 εκατοστά (αρσενικά). Το βάρος φτάνει έως 1,5 κιλό. Το σύνολο του φτερώματος είναι μαύρο με μεταλλικές ανταύγειες. Συγκεκριμένα το στήθος και η κοιλιά έχουν γκρίζο ασημί ανταύγειες.
Ο λαιμός, η ράχη, οι άκρες από τις
φτερούγες και η ουρά έχουν συνήθως χαλκοπράσινες και μοβ ανταύγειες σπανιότερα γαλαζωπές στο φως του ήλιου. Η περιοχή της ωμοπλάτης μωβ ή κοκκινωπές ανταύγειες.
Κεφάλι κοκκινωπό άπτερον, τα φτερά του αυχένα έχουν λογχοειδές σχήμα και επεκτείνονται πρός τα κάτω, δίνοντας την εντύπωση χαίτης. Το ράμφος είναι κόκκινο σε σχήμα δρεπανοειδές με κλίση προς τα κάτω. Τα πόδια είναι γυμνά και κοντόχοντρα. Δεν υπάρχουν έντονες διαφορές στο φτέρωμα ανάμεσα στα δύο φύλα, τα θηλυκά είναι μόνο ελαφρώς μικρότερα και ελαφρύτερα από τα αρσενικά.
Κατηγορία: Πελαργόμορφα | Θρησκειορνιθίδαι
Ονομασία:
Το όνομα του γένους, Geronticus, προέρχεται από την αρχαία ελληνική γέρων και αναφέρεται στο φαλακρό κεφάλι. Η λέξη Eremita (ερημίτης), επειδή ζει κατά μεμονωμένες ομάδες, σε ορεινές και απρόσιτες περιοχές.
Διατροφή: Η διατροφή αποτελείται κυρίως από έντομα και τις προνύμφες τους, σκουλήκια, σαλιγκάρια, ακρίδες και αρθρόποδα, σπανιότερα και με μικρά θηλαστικά, ερπετά και αμφίβια, καθώς και φυτικές τροφές.Το όνομα του γένους, Geronticus, προέρχεται από την αρχαία ελληνική γέρων και αναφέρεται στο φαλακρό κεφάλι. Η λέξη Eremita (ερημίτης), επειδή ζει κατά μεμονωμένες ομάδες, σε ορεινές και απρόσιτες περιοχές.
Είναι αγελαία πουλιά που σχηματίζουν αποικίες από πολλές δεκάδες έως και πάνω από εκατό πουλιά. Αναπαράγονται σε αποικίες στην ελεύθερη φύση. Ζούν περίπου 15 έως 20 χρόνια
Προέλευση: Παλιότερα ήταν κοινό είδος στην Ευρώπη, ζούσε στην Ισπανία στις χώρες των δυτικών Βαλκανίων, στη Γαλλία, στην Ελβετία, στην Ουγγαρία, στην Ιταλία στη νότια Γερμανία και στην Αυστρία. Τον 17ο αιώνα το είδος εξαφανίστηκε από την κεντρική Ευρώπη λόγω του εντατικού κυνηγιού και της απώλειας των ενδιαιτημάτων. Πρόσφατα τρέχουν διάφορα πειράματα επανεγκατάστασης του είδους και πάλι στην Ευρώπη. Στην άγρια φύση ζούν περίπου 500 πουλιά στο νότιο Μαρόκο, λιγότερα από 10 στη Συρία και 90 περίπου στην Τουρκία, θεωρείται είδος υπό εξαφάνιση. Σε αιχμαλωσία ζούν περίπου 2000 πουλιά.
Αναπαραγωγή: Αναπαράγεται σε αποικίες σε βραχώδεις και απόκρημνες περιοχές. Οι φωλιές χτίζονται κυρίως από κλαδιά, χόρτα και φύλλα κυρίως σε εσοχές βράχων. Η περίοδος αναπαραγωγής αρχίζει απο το Μάρτιο έως τον Ιούνιο. Το θηλυκό γεννάει δύο έως τέσσερα αυγά. Η επώαση διαρκεί 27 έως 28 ημέρες και συμμετέχουν και οι δύο γονείς. Στη διατροφή των νεοσσών εκτός από τους γονείς συμμετέχουν και τα άλλα ενήλικα πουλιά της αποικίας. Μετά από 45 έως 50 μέρες οι νεοσσοί μπορούν να πετάξουν, παραμένουν όμως μεγαλύτερο χρονικό διάστημα υπό την φροντίδα των ενήλικων.
Προγράμματα επανεισαγωγής:
Λόγω της επιτυχούς αναπαραγωγής σε ζωολογικούς κήπους, υπάρχουν αρκετά πουλιά διαθέσιμα για την επανεισαγωγή στην άγρια φύση.
Προγράμματα επανεισαγωγής ξεκίνησαν στην Αυστρία (Grünau), στη Γερμανία (Burghausen) και στην Ιταλία.
Το κύριο πρόβλημα για την επαναφορά στην άγρια φύση, είναι το γεγονός ότι το είδος είναι αποδημητικό και η διαδρομή που πρέπει να μάθει κατά το πρώτο έτος είναι από τους γονείς. Ένας τρόπος για να μάθουν είναι η εξοικίωση από μικρά με ανθρώπους ώς θετούς γονείς τους, οι οποίοι με ανεμόπτερα θα τους δείξουν το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουν. Η πρώτη προσπάθεια έγινε το 2003, μετά από 350 χρόνια περίπου ξαναπέταξαν από την κεντρική Ευρώπη πρός τα νότια για να ξεχειμωνιάσουν. Το 2007 μετά από πολλά προβλήματα και δυσκολίες, κατάφεραν χωρίς ανθρώπινη βοήθεια να ξαναγυρίσουν από την Ιταλία (νότια της Τοσκάνης) στην Αυστρία για να αναπαραχθούν.
Λόγω της επιτυχούς αναπαραγωγής σε ζωολογικούς κήπους, υπάρχουν αρκετά πουλιά διαθέσιμα για την επανεισαγωγή στην άγρια φύση.
Προγράμματα επανεισαγωγής ξεκίνησαν στην Αυστρία (Grünau), στη Γερμανία (Burghausen) και στην Ιταλία.
Το κύριο πρόβλημα για την επαναφορά στην άγρια φύση, είναι το γεγονός ότι το είδος είναι αποδημητικό και η διαδρομή που πρέπει να μάθει κατά το πρώτο έτος είναι από τους γονείς. Ένας τρόπος για να μάθουν είναι η εξοικίωση από μικρά με ανθρώπους ώς θετούς γονείς τους, οι οποίοι με ανεμόπτερα θα τους δείξουν το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουν. Η πρώτη προσπάθεια έγινε το 2003, μετά από 350 χρόνια περίπου ξαναπέταξαν από την κεντρική Ευρώπη πρός τα νότια για να ξεχειμωνιάσουν. Το 2007 μετά από πολλά προβλήματα και δυσκολίες, κατάφεραν χωρίς ανθρώπινη βοήθεια να ξαναγυρίσουν από την Ιταλία (νότια της Τοσκάνης) στην Αυστρία για να αναπαραχθούν.
πελαργόμορφα ή πελαργοειδή (Ciconiiformes)
Τάξη πτηνών της οικογένειας των πελαργιδών, ερωδιιδών και φοινικοπτεριδών, που περιλαμβάνει γένη με μακριά άπτερα πόδια, τα οποία έχουν 4, όμοια στο ύψος, δάκτυλα. Το ράμφος τους ποικίλλει σε σχήμα και είναι μακρύ και δυνατό. Έχουν επίσης μακρύ λαιμό και συχνά στο κεφάλι ή στις φτερούγες τους «διακοσμητικά» φτερά. Τα πουλιά αυτά, που βαδίζουν δύσκολα, ζουν κοντά σε λίμνες και έλη, όπου και αναζητούν την τροφή τους.
Τάξη πτηνών της οικογένειας των πελαργιδών, ερωδιιδών και φοινικοπτεριδών, που περιλαμβάνει γένη με μακριά άπτερα πόδια, τα οποία έχουν 4, όμοια στο ύψος, δάκτυλα. Το ράμφος τους ποικίλλει σε σχήμα και είναι μακρύ και δυνατό. Έχουν επίσης μακρύ λαιμό και συχνά στο κεφάλι ή στις φτερούγες τους «διακοσμητικά» φτερά. Τα πουλιά αυτά, που βαδίζουν δύσκολα, ζουν κοντά σε λίμνες και έλη, όπου και αναζητούν την τροφή τους.
Ετικέτες:
Θρησκειορνιθίδες
Ευχαριστούμε που διαβάσατε την ανάρτηση Ίβις η Ερημίτης