λιμόζα (Limosa)
Γένος χαραδριόμορφων πτηνών της οικογένειας των σκολοπακιδών. Περιλαμβάνει 4 είδη παρυδάτιων πουλιών, τα οποία χαρακτηρίζονται από πολύ μακρύ, ίσιο ή ελαφρώς κυρτό προς τα πάνω ράμφος, και μακριά, λεπτά πόδια.
Το φτέρωμά τους είναι συνήθως στικτό καφέ ή γκρι, με κιτρινωπές ανταύγειες, προσφέροντάς τους αποτελεσματική παραλλαγή όταν κάθονται ακίνητα στη φωλιά τους· το καλοκαίρι, το στήθος αποκτά συνήθως ζωηρότερες αποχρώσεις, καστανές ή κανελί, ιδιαίτερα στα αρσενικά.
Τα μακριά πόδια τους απολήγουν σε τέσσερα δάχτυλα, τρία μπροστά και ένα πίσω· από τα τρία πρόσθια δάκτυλα, το μεσαίο και το εξωτερικό είναι συνενωμένα με καλά ανεπτυγμένη μεμβράνη, ενώ μεταξύ του μεσαίου και του εσωτερικού δαχτύλου η μεμβράνη είναι πολύ περιορισμένη.
Οι λ. φωλιάζουν σε διάφορους υγρότοπους των βόρειων περιοχών της Ευρώπης, της Ασίας και της Αμερικής, από όχθες ποταμών, λιμνών και τελμάτων, μέχρι παραθαλάσσιες ακτές, ανάλογα με τις προτιμήσεις του είδους.
Τρέφονται με μαλάκια, καρκινοειδή, έντομα και άλλα ασπόνδυλα, τα οποία αναζητούν με το μακρύ και ισχυρό ράμφος τους μέσα στη λάσπη του βυθού ή ανάμεσα στην υδρόβια βλάστηση.
Είναι μεταναστευτικά πουλιά και τον χειμώνα ταξιδεύουν κατά μεγάλα σμήνη προς τον νότο, φτάνοντας μέχρι την Αφρική.
Την άνοιξη το θηλυκό αποθέτει συνήθως 4 αβγά, τα οποία επωάζει περίπου 24 μέρες. Τη φροντίδα των νεοσσών, οι οποίοι εκκολάπτονται με ανοιχτά μάτια και χνούδι στο σώμα, αναλαμβάνουν και οι δύο γονείς.
Τυπικός εκπρόσωπος του γένους είναι το είδος Limosa limosa, το οποίο έχει συνολικό μήκος περίπου 50 εκ., μαζί με το ράμφος που φτάνει τα 9 εκ. Διακρίνεται από μια πλατιά μαύρη ταινία στην άκρη της ανοιχτόχρωμης ουράς του.
Το πουλί αυτό ζει κυρίως κοντά στους βάλτους και στα λιμνάζοντα νερά.
Κατασκευάζει τη φωλιά του στις βόρειες περιοχές της Ευρώπης και της Ασίας και διαχειμάζει στην ακτές της Μεσογείου, στην Αφρική και στη νότια Ασία.
Στο γένος ανήκουν, επίσης, τα είδη Limosa lapponica, Limosa fedoa και Limosa haemastica.
Γένος χαραδριόμορφων πτηνών της οικογένειας των σκολοπακιδών. Περιλαμβάνει 4 είδη παρυδάτιων πουλιών, τα οποία χαρακτηρίζονται από πολύ μακρύ, ίσιο ή ελαφρώς κυρτό προς τα πάνω ράμφος, και μακριά, λεπτά πόδια.
Το φτέρωμά τους είναι συνήθως στικτό καφέ ή γκρι, με κιτρινωπές ανταύγειες, προσφέροντάς τους αποτελεσματική παραλλαγή όταν κάθονται ακίνητα στη φωλιά τους· το καλοκαίρι, το στήθος αποκτά συνήθως ζωηρότερες αποχρώσεις, καστανές ή κανελί, ιδιαίτερα στα αρσενικά.
Τα μακριά πόδια τους απολήγουν σε τέσσερα δάχτυλα, τρία μπροστά και ένα πίσω· από τα τρία πρόσθια δάκτυλα, το μεσαίο και το εξωτερικό είναι συνενωμένα με καλά ανεπτυγμένη μεμβράνη, ενώ μεταξύ του μεσαίου και του εσωτερικού δαχτύλου η μεμβράνη είναι πολύ περιορισμένη.
Οι λ. φωλιάζουν σε διάφορους υγρότοπους των βόρειων περιοχών της Ευρώπης, της Ασίας και της Αμερικής, από όχθες ποταμών, λιμνών και τελμάτων, μέχρι παραθαλάσσιες ακτές, ανάλογα με τις προτιμήσεις του είδους.
Τρέφονται με μαλάκια, καρκινοειδή, έντομα και άλλα ασπόνδυλα, τα οποία αναζητούν με το μακρύ και ισχυρό ράμφος τους μέσα στη λάσπη του βυθού ή ανάμεσα στην υδρόβια βλάστηση.
Είναι μεταναστευτικά πουλιά και τον χειμώνα ταξιδεύουν κατά μεγάλα σμήνη προς τον νότο, φτάνοντας μέχρι την Αφρική.
Την άνοιξη το θηλυκό αποθέτει συνήθως 4 αβγά, τα οποία επωάζει περίπου 24 μέρες. Τη φροντίδα των νεοσσών, οι οποίοι εκκολάπτονται με ανοιχτά μάτια και χνούδι στο σώμα, αναλαμβάνουν και οι δύο γονείς.
Τυπικός εκπρόσωπος του γένους είναι το είδος Limosa limosa, το οποίο έχει συνολικό μήκος περίπου 50 εκ., μαζί με το ράμφος που φτάνει τα 9 εκ. Διακρίνεται από μια πλατιά μαύρη ταινία στην άκρη της ανοιχτόχρωμης ουράς του.
Το πουλί αυτό ζει κυρίως κοντά στους βάλτους και στα λιμνάζοντα νερά.
Κατασκευάζει τη φωλιά του στις βόρειες περιοχές της Ευρώπης και της Ασίας και διαχειμάζει στην ακτές της Μεσογείου, στην Αφρική και στη νότια Ασία.
Στο γένος ανήκουν, επίσης, τα είδη Limosa lapponica, Limosa fedoa και Limosa haemastica.
Λιμόζα, Οχθοτούρλι (Limosa limosa)
Μεγάλο παρυδάτιο πουλί (36-44εκ.) με μακρύ ίσιο ράμφος (ρόδινο με μαύρη απόληξη) και μακριά μαύρα πόδια. Χαρακτηριστική είναι η λευκή ουρά με την πολύ φαρδιά μαύρη λουρίδα στην άκρη που όμως γίνεται ορατή κατά την πτήση. Η Λιμόζα έχει όμοια φύλα και παρουσιάζει εποχικό διμορφισμό. Συγκεκριμένα το χειμώνα έχει γκρίζο φτέρωμα στη ράχη και λευκόγκριζο στην κοιλιά και στο στήθος. Το καλοκαίρι το φτέρωμα στο στήθος και στη ράχη γίνεται καστανοκόκκινο με μαύρες ραβδώσεις.
Τα μακριά πόδια του απολήγουν σε τέσσερα δάχτυλα, τρία μπροστά και ένα πίσω. Από τα τρία μπροστινά, το μέσο και το εξωτερικό είναι συνενωμένα με καλά ανεπτυγμένη μεμβράνη, ενώ μεταξύ του μέσου και του εσωτερικού δαχτύλου η μεμβράνη είναι πολύ περιορισμένη.
Υδρόβια & Παρυδάτια | Σκολοπακίδες (Scolopacidae).
Βιότοπος – εμφάνιση: Η λ. ζει κυρίως κοντά στους βάλτους και στα λιμνάζοντα ύδατα και τρέφεται με μικρά ζώα που αναζητεί με το ισχυρό ράμφος της στη λάσπη –γι’ αυτό ονομάζεται και ιλυόβιος– και ανάμεσα στα φυτά. Φτιάχνει τη φωλιά της στις βόρειες περιοχές της Ευρώπης και της Ασίας και διαχειμάζει στην Αφρική και στη νότια Ασία.
Εμφανίζεται την άνοιξη σε μικρούς πληθυσμούς στα υγρολίβαδα της Ελλάδας. Παρατηρείται σε μικρές ομάδες συνήθως μαζί με μαχητές. Παραμένει μόνο για λίγες μέρες πριν συνεχίσει το μεταναστευτικό της ταξίδι προς την Αφρική.
Τροφή: Τρέφεται με μαλάκια, σκουλήκια και σπόρους που συλλαμβάνει με το μακρύ της ράμφος στα ρηχά νερά.
Καθεστώς προστασίας: Δεν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο καθεστώς προστασίας για το είδος αυτό. Η Λιμόζα δεν αναπαράγεται στη χώρα μας (BirdLife International 2004a). Ο ευρωπαϊκός πληθυσμός της είναι σχετικά μεγάλος (>99.000 ζεύγη) και αντιπροσωπεύει περισσότερο από τον μισό παγκόσμιο πληθυσμό
του είδους. Αν και σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες ο πληθυσμός παραμένει σταθερός ή εμφανίζει κάποια αύξηση, σε σημαντικούς θύλακες διαφύλαξης του είδους (όπως η Ρωσία και η Ολλανδία) σημειώνεται σημαντική κάμψη με αποτέλεσμα να παρουσιάζει συνολικά μείωση τα τελευταία χρόνια μεγαλύτερη του 30%.
Απειλές: Ο περιορισμός των πολύ ρηχών νερών και των οχθών που δεν καλύπτονται από βλάστηση μπορεί να υποβαθμίσει το ενδιαίτημα των παρυδάτιων αυτών πουλιών.
Μεγάλο παρυδάτιο πουλί (36-44εκ.) με μακρύ ίσιο ράμφος (ρόδινο με μαύρη απόληξη) και μακριά μαύρα πόδια. Χαρακτηριστική είναι η λευκή ουρά με την πολύ φαρδιά μαύρη λουρίδα στην άκρη που όμως γίνεται ορατή κατά την πτήση. Η Λιμόζα έχει όμοια φύλα και παρουσιάζει εποχικό διμορφισμό. Συγκεκριμένα το χειμώνα έχει γκρίζο φτέρωμα στη ράχη και λευκόγκριζο στην κοιλιά και στο στήθος. Το καλοκαίρι το φτέρωμα στο στήθος και στη ράχη γίνεται καστανοκόκκινο με μαύρες ραβδώσεις.
Τα μακριά πόδια του απολήγουν σε τέσσερα δάχτυλα, τρία μπροστά και ένα πίσω. Από τα τρία μπροστινά, το μέσο και το εξωτερικό είναι συνενωμένα με καλά ανεπτυγμένη μεμβράνη, ενώ μεταξύ του μέσου και του εσωτερικού δαχτύλου η μεμβράνη είναι πολύ περιορισμένη.
Υδρόβια & Παρυδάτια | Σκολοπακίδες (Scolopacidae).
Βιότοπος – εμφάνιση: Η λ. ζει κυρίως κοντά στους βάλτους και στα λιμνάζοντα ύδατα και τρέφεται με μικρά ζώα που αναζητεί με το ισχυρό ράμφος της στη λάσπη –γι’ αυτό ονομάζεται και ιλυόβιος– και ανάμεσα στα φυτά. Φτιάχνει τη φωλιά της στις βόρειες περιοχές της Ευρώπης και της Ασίας και διαχειμάζει στην Αφρική και στη νότια Ασία.
Εμφανίζεται την άνοιξη σε μικρούς πληθυσμούς στα υγρολίβαδα της Ελλάδας. Παρατηρείται σε μικρές ομάδες συνήθως μαζί με μαχητές. Παραμένει μόνο για λίγες μέρες πριν συνεχίσει το μεταναστευτικό της ταξίδι προς την Αφρική.
Τροφή: Τρέφεται με μαλάκια, σκουλήκια και σπόρους που συλλαμβάνει με το μακρύ της ράμφος στα ρηχά νερά.
Καθεστώς προστασίας: Δεν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο καθεστώς προστασίας για το είδος αυτό. Η Λιμόζα δεν αναπαράγεται στη χώρα μας (BirdLife International 2004a). Ο ευρωπαϊκός πληθυσμός της είναι σχετικά μεγάλος (>99.000 ζεύγη) και αντιπροσωπεύει περισσότερο από τον μισό παγκόσμιο πληθυσμό
του είδους. Αν και σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες ο πληθυσμός παραμένει σταθερός ή εμφανίζει κάποια αύξηση, σε σημαντικούς θύλακες διαφύλαξης του είδους (όπως η Ρωσία και η Ολλανδία) σημειώνεται σημαντική κάμψη με αποτέλεσμα να παρουσιάζει συνολικά μείωση τα τελευταία χρόνια μεγαλύτερη του 30%.
Απειλές: Ο περιορισμός των πολύ ρηχών νερών και των οχθών που δεν καλύπτονται από βλάστηση μπορεί να υποβαθμίσει το ενδιαίτημα των παρυδάτιων αυτών πουλιών.
Θαλασσολιμόζα (Limosa lapponica)
Κάθε χρόνο, το φθινόπωρο, η Θαλασσολιμόζα ξεκινάει το ταξίδι του από την Αλάσκα για τη Νέα Ζηλανδία. Διανύει μια απόσταση 11.000 χιλιομέτρων χωρίς να σταματήσει οπουδήποτε, ούτε μία φορά, για οκτώ έως εννέα ολόκληρες ημέρες. Την άνοιξη ταξιδεύει πίσω στην Αλάσκα, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Η μοναδική αυτή ικανότητα του πτηνού έχει αποδοθεί σε διάφορους παράγοντες, μεταξύ άλλων στην ελάχιστη κατανάλωση ενέργειας, στην αεροδυναμική μορφή του, στην ταχύτητα πτήσης, αλλά και στους ευνοϊκούς ανέμους.
Κάθε χρόνο, το φθινόπωρο, η Θαλασσολιμόζα ξεκινάει το ταξίδι του από την Αλάσκα για τη Νέα Ζηλανδία. Διανύει μια απόσταση 11.000 χιλιομέτρων χωρίς να σταματήσει οπουδήποτε, ούτε μία φορά, για οκτώ έως εννέα ολόκληρες ημέρες. Την άνοιξη ταξιδεύει πίσω στην Αλάσκα, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Η μοναδική αυτή ικανότητα του πτηνού έχει αποδοθεί σε διάφορους παράγοντες, μεταξύ άλλων στην ελάχιστη κατανάλωση ενέργειας, στην αεροδυναμική μορφή του, στην ταχύτητα πτήσης, αλλά και στους ευνοϊκούς ανέμους.
Ετικέτες:
Σκολοπακίδες
Ευχαριστούμε που διαβάσατε την ανάρτηση Λιμόζα