Άπους - Ορνιθοπανίδα Άπους

Άπους

Άπους (Apus) Άπους
Τα είδη του γένους Άπους (Apus) είναι μικρού και μεσαίου μεγέθους πουλιά, που ανήκουν στην οικογένεια Αποδίδαι (Apodidae). Συναντούνται μόνο στον Παλαιό Κόσμο τα περισσότερα από αυτά στην Αφρική με 6 ενδημικά είδη και άλλα 5 είδη που διαχειμάζουν ή αναπαράγονται στην Αφρική αλλά συναντούνται και αλλού. Πέντε είδη αναπαράγονται στη δυτική Παλαιαρκτική και τα περισσότερα από αυτά διαχειμάζουν στην υποσαχάρια Αφρική.
Έχουν πολύ κοντά πόδια τα οποία χρησιμοποιούν για να σκαρφαλώνουν σε κάθετες επιφάνειες. Η επιστημονική του ονομασία προέρχεται από το Ελληνικό άπους, από το αναιρετικό α και το πους (πόδι), δηλαδή αυτός που δεν έχει πόδια.
Αποδόμορφα (Apodiformes) | Οικογένεια: Αποδίδαι (Apodidae)

Οι α. έχουν μικρό και βαθιά σχισμένο ράμφος, μακριά φτερά και μικρά πόδια που δεν τους επιτρέπουν το άνετο βάδισμα, αλλά είναι ισχυρά και φέρουν αιχμηρά νύχια.
Τα χρώματά τους είναι γενικά μουντά, ενώ δεν εμφανίζουν φυλετικό διμορφισμό. Έχουν μεγάλο κεφάλι και μεγάλα μάτια.
Μοιάζουν με μεγάλα χελιδόνια και πετούν με ανοιχτό το στόμα για να συλλαμβάνουν τα έντομα, που συνιστούν την αποκλειστική τροφή τους.
Φωλιάζουν σε δέντρα, σπηλιές και καμπαναριά και ζουν σε ομάδες που μετακινούνται.
Κατά την αποδημία τους, σχεδόν πάντα πετούν ψηλά καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας και την αυγή κατεβαίνουν στο έδαφος.

Τα πιο γνωστά είδη αυτού του γένους στην Ευρώπη είναι η Σταχτάρα (Apus apus) με ευρεία κατανομή. Άλλα είδη που συναντούνται στην Ευρώπη είναι το Στακτοπετροχελίδονο (Apus pallidus) και White-rumped Swift (Apus caffer), που συναντούνται μόνο στη νότια Ευρώπη.
Το μεγαλύτερο είδος του γένους Άπους είναι το Πετροχελίδονο του Ειρηνικού Pacific Swift (Apus pacificus) με μήκος σώματος από 17 έως 18 εκατοστά και το μικρότερο το Νανοπετροχελίδονο Little Swift, (Apus affinis) με 12 εκατοστά μήκος. Τα γρηγορότερα είδη μπορούν να πετάξουν με έως και 110 χιλιόμετρα την ώρα. Περνούν σχεδόν ολόκληρη τη ζωή τους πετώντας.
Τα είδη που υπάρχουν στη χώρα μας είναι η Σταχτάρα, η Ωχροσταχτάρα, ο Σκεπαρνάς ή Βουνοσταχτάρα ή πιό σωστά κύψελος ο μαύρος, κύψελος ο άλπειος και κολλοκαλία η εδώδιμη
Τα είδη του γένους Άπους μοιάζουν εμφανισιακά με τα χελιδόνια χωρίς όμως να είναι στενά συνδεδεμένα με αυτά.
Τα φτερά είναι μακρυά και δρεπανοειδή και η ουρά διχαλωτή. Στο χρωματισμό υπάρχουν δύο παραλλαγές: μαύρο φτέρωμα με λευκό λαιμό και καφετί έως σκουρόγκριζο με σκουρότερο το λαιμό.

Τα είδη του γένους Άπους χτίζουν τις φωλιές σε σπηλιές και ρωγμές, συνήθως σε ψηλούς βράχους ή σε κτίρια. Γεννούν συνήθως από 2 έως 4 αυγά.
Τρέφονται με διάφορα έντομα και αρθρόποδα τα οποία τα συλλαμβάνουν κατά την πτήση.

Τα πετροχελίδονα φτιάχνουν τις φωλιές τους με ένα πολύ ασυνήθιστο οικοδομικό υλικό το ίδιο τους το σάλιο! Έχοντας ειδικούς σιελογόνους αδένες, παράγουν μεγάλες ποσότητες σάλιου που παίζει το ρόλο συνδετικού παράγοντα για τα υλικά οικοδόμησης της φωλιάς.

Τα πετροχελίδονα σπάνια προσγειώνονται σε επίπεδο έδαφος, και δεν μπορούν να κουρνιάσουν όπως τα άλλα πουλιά. Τα πόδια τους καταλήγουν σε μικροσκοπικά καμπυλωτά άκρα και είναι τόσο κοντά ώστε δεν μπορούν να σηκώσουν το πουλί αρκετά πάνω από το έδαφος προκειμένου να χτυπήσει τα φτερά του. Ωστόσο, τα πόδια τους είναι ιδανικά για να προσκολλώνται σε κάθετες επιφάνειες, όπως σε βράχους, σπηλιές και τοίχους κτιρίων. Όταν έρθει ο καιρός να χτίσει τη φωλιά του, το πετροχελίδονο δεν μπορεί να μαζέψει φύλλα, κλαδιά ή λάσπη από το έδαφος, όπως συνηθίζουν να κάνουν τα άλλα πουλιά. Πρέπει να βρει κάποιον άλλον τρόπο.

Το πετροχελίδονο του είδους χαίτουρος ο πελάγιος (Chaetura pelagica) μαζεύει μικρά κλαδάκια πετώντας με φοβερή ταχύτητα ανάμεσα στα κλαδιά ενός δέντρου, από όπου αρπάζει ένα κλαδάκι και το κόβει χάρη στη φόρα που έχει αναπτύξει. Κατόπιν κολλάει τα κλαδάκια μαζί και τα στερεώνει σε μια κάθετη επιφάνεια με το κολλώδες σάλιο του. Το πετροχελίδονο του γένους Ταχόρνις (Tachornis) κινείται με μεγάλη σβελτάδα στον αέρα αρπάζοντας τρίχες, πούπουλα, κομματάκια βαμβάκι και άλλα ελαφριά υλικά που αιωρούνται, και συγκολλώντας τα με το σάλιο του χτίζει τη φωλιά του.

Ένα άλλο πετροχελίδονο έχει κατάλληλα ονομαστεί κολλοκαλία η εδώδιμος, γνωστή στην Ελλάδα με την κοινή ονομασία σαλαγγάνα. Η φωλιά του είναι κατασκευασμένη σχεδόν εξ ολοκλήρου από το ξεραμένο σάλιο του. Επί αιώνες, το σάλιο με το οποίο είναι κατασκευασμένες αυτές οι φωλιές αποτελεί το κύριο συστατικό της εύγευστης σούπας που φτιάχνεται από «χελιδονοφωλιές» στην Άπω Ανατολή. Αναφέρεται ότι εκατομμύρια φωλιές χρησιμοποιούνται κάθε χρόνο για αυτή τη γαστρονομική απόλαυση.
αποδόμορφα (apodiformes)
Τάξη πτηνών, που περιλαμβάνει τις οικογένειες των αποδιδών και των τροχιλιδών· η πρώτη περιλαμβάνει πτηνά που είναι γνωστά με την κοινή ονομασία πετροχελίδονα και η δεύτερη τα γνωστά ως κολιμπρί.

σαλαγγάνα
Κοινό όνομα διάφορων πτηνών του γένους κολλοκαλία (Collocalia), που μοιάζουν με χελιδόνια και, όπως κι αυτά, ανήκουν στην οικογένεια των αποδιδών, της τάξης των αποδομόρφων. Τα είδη που απαντιούνται στη νοτιοανατολική Ασία, στα αρχιπελάγη της Ινδονησίας και της Πολυνησίας, καθώς και στην Αυστραλία, είναι πασίγνωστα, γιατί οι φωλιές τους, που τις κατασκευάζουν σε απόκρημνους θαλάσσιους ή ορεινούς βράχους, τρώγονται από τους κατοίκους των γύρω περιοχών. Ένα από τα πιο διαδομένα είδη είναι η σαλαγγάνα η κοινή (Collocaliafucifaga), που έχει συνολικό μήκος 13 περίπου εκατοστών και άνοιγμα στις φτερούγες 30 εκ. Όπως και τα συγγενικά της γένη, τρέφεται με μικρά έντομα και χαρακτηρίζεται από την παρουσία μεγάλων γναθικών αδένων που διογκώνονται κατά την περίοδο της κατασκευής της φωλιάς. Οι αδένες αυτοί εκκρίνουν μια ελαστική ουσία που στερεοποιείται στην επαφή με τον αέρα. Με την ουσία αυτή, το αρσενικό κατασκευάζει, σε 30-40 ημέρες, μια φωλιά σε σχήμα μισού κυπέλλου. Τις φωλιές αυτές τις τρώγουν κυρίως οι ιθαγενείς της νοτιοανατολικής Ασίας και των γειτονικών νησιών και, ιδιαίτερα, οι Κινέζοι και οι Ιάπωνες. Εξαγωγή τους γίνεται στις ΗΠΑ, όπου θεωρούνται εκλεκτό έδεσμα.

Μια από τις πλέον ενδιαφέρουσες φωλιές φτιάχνεται με το κολλώδες σάλιο του είδους Cypsiurus parvus. Αυτό το μικροσκοπικό πουλί κολλάει ένα μικρό επίπεδο μαξιλαράκι από φτερά κάτω από ένα φύλλο φοίνικα.
Ο άνεμος πολλές φορές χτυπάει άγρια τη φωλιά, καθώς αυτή κρέμεται ανάποδα.
Πώς μένει το μικροσκοπικό αβγό μέσα στη φωλιά; Ο Ντέιβιντ Ατένμπορο στο βιβλίο του Δοκιμασίες της Ζωής (Trials of Life) εξηγεί: «Φαίνεται σχεδόν αδύνατον ότι το μοναδικό αβγό θα μπορούσε να μείνει μέσα στη μικροσκοπική κοιλότητα. Είναι αλήθεια ότι θα έπεφτε αν το πουλί δεν είχε κολλήσει, όχι μόνο τη φωλιά στο φύλλο, αλλά και το αβγό στη φωλιά».
Έτσι, ενώ η φωλιά και το αβγό είναι σταθερά κολλημένα στο φοινικόφυλλο, οι γονείς γαντζώνονται από τις άκρες της και επωάζουν το αβγό εναλλάξ.
Αφού ο νεοσσός εκκολαφθεί, μένει προσκολλημένος στο ανεμοδαρμένο σπίτι του μέχρι να βγάλει φτερά και να αρχίσει να πετάει.

Τα παρακάτω είδη ανήκουν στο γένος Άπους (Apus):
Πετροχελίδονο, Σταχτάρα, Common Swift, (Apus apus)
Σκεπαρνάς (Tachymarptis Melba, συνώνυμο Apus melba)
Ωχροσταχτάρα, Στακτοπετροχελίδονο, Pallid Swift, (Apus pallidus)
Νανοπετροχελίδονο Little Swift, (Apus affinis)
Cape Verde Swift, (Apus alexandri)
Plain Swift, (Apus unicolor)
Nyanza Swift, (Apus niansae)
African Black Swift, (Apus barbatus)
Forbes-Watson's Swift, (Apus berliozi)
Bradfield's Swift, (Apus bradfieldi)
Malagasy Black Swift, (Apus balstoni)
Pacific Swift, (Apus pacificus)
Salim Ali's Swift, (Apus salimali)
Blyth's Swift, (Apus leuconyx)
Cook's Swift, (Apus cooki)
Dark-rumped Swift, (Apus acuticauda)
House Swift, (Apus nipalensis)
Horus Swift, (Apus horus)
White-rumped Swift, (Apus caffer)
Bates's Swift (Apus batesi)
Fernando Po Swift (Apus sladeniae)
Ετικέτες: Αποδόμορφα

Ευχαριστούμε που διαβάσατε την ανάρτηση Άπους

Back To Top