Ποταμοσφυριχτής (Charadrius dubius)
Είναι ένα από τα μικρότερα παρυδάτια πουλιά με μέγεθος 14-15 εκατοστά. Το πάνω μέρος του φτερώματος έχει γκρίζο-καστανό χρωματισμό, ενώ το στήθος και η κοιλιά είναι λευκά.
Λευκός είναι και ο λαιμός, ο οποίος όμως περιβάλλεται από μαύρο κολάρο. Πολύ χαρακτηριστικοί είναι οι κίτρινοι οφθαλμικοί δακτύλιοι, που περικλείονται από μια μαύρη περιοχή σε μορφή μάσκας. Στο κεφάλι υπάρχει επίσης μία μαύρη ζώνη στην περιοχή του μετώπου. Άλλο ένα χαρακτηριστικό που βοηθά στην αναγνώριση είναι το λεπτό και κοντό μαύρο ράμφος του.
| Χαραδριίδες | Χαραδριοί (Charadrius)
Βιότοπος – εμφάνιση: Είναι διαβατικό είδος στην Ελλάδα (Μάρτιος - Οκτώβριος). Εμφανίζεται σε μικρούς σχετικά αριθμούς την άνοιξη και αφού παραμείνει για λίγες μέρες συνεχίζει την πορεία του για τους τόπους αναπαραγωγής (διάφορες περιοχές της Ευρώπης και της Ασίας). Σπάνια τον βλέπουμε σε κοπάδια, προτιμά να είναι μοναχικός ή σε πολύ μικρές ομάδες. Παρατηρείται στα υγρολίβαδα των λιμνών αλλά και στις κοίτες των ρεμάτων. Η φωνή του είναι ένα σύντομο, δισύλλαβο σφύριγμα, όπως προδίδει και το όνομά του.
Αναπαραγωγή: Αναπαράγεται σε πολλούς υγρότοπους της Ευρώπης και της Ασίας ακόμα και της Ελλάδας, συνήθως η Ελλάδα είναι ενδιάμεσος μεταναστευτικός σταθμός για το είδος αυτό, συνήθως σε γυμνές όχθες με χαλίκια και άμμο, σε γλυκά νερά (ποτάμια, ταμιευτήρες, κ.α.) ή σε όχθες λιμνοθαλασσών και αλυκών. Γεννά 4 αβγά στο έδαφος που έχουν το χρώμα της άμμου με σκουρότερα στίγματα και είναι τόσο δυσδιάκριτα όσο και οι νεοσσοί. Τα κλωσσούν και οι δύο γονείς για 24-25 μέρες και είναι έτοιμα να πετάξουν στις 24-27 μέρες.
Τροφή: Τρέφεται με έντομα και υδρόβια ασπόνδυλα, μυρμήγκια, κοριούς, προνύμφες από λιβελούλες, γρύλους και προνύμφες λεπιδοπτέρων, καθώς και αράχνες, γαρίδες του γλυκού νερού και άλλα μικρά καρκινοειδή, μύδια, σκώληκες και σαλιγκάρια που βρίσκει στα υγρολίβαδα και στίς όχθες.
Φωτογραφίες Ποταμοσφυριχτής (Charadrius dubius).
Κατάσταση πληθυσμού: Οι ευρωπαϊκοί πληθυσμοί των ποταμοσφυριχτών μειώθηκαν σημαντικά στο τέλος του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού αιώνα. Υπεύθυνη για αυτό, ήταν κυρίως η αλλαγή του κλίματος, με τα πολλά, πολύ βροχερά καλοκαίρια που μείωσαν τα πιθανά φωλιάσματα, λόγω της αύξησης της στάθμης των υδάτων. Από τη δεκαετία του 1930 και μετά, άρχισαν να επαναυξάνονται οι πληθυσμοί, χάρη κυρίως σε μια σειρά από ξηρά καλοκαίρια. Οι ευρωπαϊκές χώρες που διαθέτουν πάνω από 5.000 ζευγάρια αναπαραγωγής είναι η Ρωσία (ευρωπαϊκό τμήμα), η Λευκορωσία, η Ουκρανία, η Γαλλία και η Γερμανία, με την τελευταία να έχει τους μεγαλύτερους αναπαραγωγικούς πληθυσμούς στην κεντρική Ευρώπη.
Καθεστώς προστασίας:
Συμπεριλαμβάνεται στα είδη του Παραρτήματος ΙΙ της Σύμβασης της Βέρνης για τη διατήρηση της ευρωπαϊκής άγριας ζωής και των φυσικών βιοτόπων.
Είναι ένα από τα μικρότερα παρυδάτια πουλιά με μέγεθος 14-15 εκατοστά. Το πάνω μέρος του φτερώματος έχει γκρίζο-καστανό χρωματισμό, ενώ το στήθος και η κοιλιά είναι λευκά.
Λευκός είναι και ο λαιμός, ο οποίος όμως περιβάλλεται από μαύρο κολάρο. Πολύ χαρακτηριστικοί είναι οι κίτρινοι οφθαλμικοί δακτύλιοι, που περικλείονται από μια μαύρη περιοχή σε μορφή μάσκας. Στο κεφάλι υπάρχει επίσης μία μαύρη ζώνη στην περιοχή του μετώπου. Άλλο ένα χαρακτηριστικό που βοηθά στην αναγνώριση είναι το λεπτό και κοντό μαύρο ράμφος του.
| Χαραδριίδες | Χαραδριοί (Charadrius)
Βιότοπος – εμφάνιση: Είναι διαβατικό είδος στην Ελλάδα (Μάρτιος - Οκτώβριος). Εμφανίζεται σε μικρούς σχετικά αριθμούς την άνοιξη και αφού παραμείνει για λίγες μέρες συνεχίζει την πορεία του για τους τόπους αναπαραγωγής (διάφορες περιοχές της Ευρώπης και της Ασίας). Σπάνια τον βλέπουμε σε κοπάδια, προτιμά να είναι μοναχικός ή σε πολύ μικρές ομάδες. Παρατηρείται στα υγρολίβαδα των λιμνών αλλά και στις κοίτες των ρεμάτων. Η φωνή του είναι ένα σύντομο, δισύλλαβο σφύριγμα, όπως προδίδει και το όνομά του.
Αναπαραγωγή: Αναπαράγεται σε πολλούς υγρότοπους της Ευρώπης και της Ασίας ακόμα και της Ελλάδας, συνήθως η Ελλάδα είναι ενδιάμεσος μεταναστευτικός σταθμός για το είδος αυτό, συνήθως σε γυμνές όχθες με χαλίκια και άμμο, σε γλυκά νερά (ποτάμια, ταμιευτήρες, κ.α.) ή σε όχθες λιμνοθαλασσών και αλυκών. Γεννά 4 αβγά στο έδαφος που έχουν το χρώμα της άμμου με σκουρότερα στίγματα και είναι τόσο δυσδιάκριτα όσο και οι νεοσσοί. Τα κλωσσούν και οι δύο γονείς για 24-25 μέρες και είναι έτοιμα να πετάξουν στις 24-27 μέρες.
Τροφή: Τρέφεται με έντομα και υδρόβια ασπόνδυλα, μυρμήγκια, κοριούς, προνύμφες από λιβελούλες, γρύλους και προνύμφες λεπιδοπτέρων, καθώς και αράχνες, γαρίδες του γλυκού νερού και άλλα μικρά καρκινοειδή, μύδια, σκώληκες και σαλιγκάρια που βρίσκει στα υγρολίβαδα και στίς όχθες.
Φωτογραφίες Ποταμοσφυριχτής (Charadrius dubius).
Κατάσταση πληθυσμού: Οι ευρωπαϊκοί πληθυσμοί των ποταμοσφυριχτών μειώθηκαν σημαντικά στο τέλος του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού αιώνα. Υπεύθυνη για αυτό, ήταν κυρίως η αλλαγή του κλίματος, με τα πολλά, πολύ βροχερά καλοκαίρια που μείωσαν τα πιθανά φωλιάσματα, λόγω της αύξησης της στάθμης των υδάτων. Από τη δεκαετία του 1930 και μετά, άρχισαν να επαναυξάνονται οι πληθυσμοί, χάρη κυρίως σε μια σειρά από ξηρά καλοκαίρια. Οι ευρωπαϊκές χώρες που διαθέτουν πάνω από 5.000 ζευγάρια αναπαραγωγής είναι η Ρωσία (ευρωπαϊκό τμήμα), η Λευκορωσία, η Ουκρανία, η Γαλλία και η Γερμανία, με την τελευταία να έχει τους μεγαλύτερους αναπαραγωγικούς πληθυσμούς στην κεντρική Ευρώπη.
Καθεστώς προστασίας:
Συμπεριλαμβάνεται στα είδη του Παραρτήματος ΙΙ της Σύμβασης της Βέρνης για τη διατήρηση της ευρωπαϊκής άγριας ζωής και των φυσικών βιοτόπων.
Ετικέτες:
Χαραδριόμορφα
Ευχαριστούμε που διαβάσατε την ανάρτηση Ποταμοσφυριχτής