Σαΐνια, Αστούριοι (Accipiter)
Τα Σαΐνια (Accipiter) είναι ένα γένος πουλιών που ανήκουν στην οικογένεια των ιερακιδών (Accipitridae). Περιλαμβάνει περίπου 50 είδη και είναι το μεγαλύτερο γένος αρπακτικών πτηνών. Οι εκπρόσωποι του γένους είναι μικρού έως μεσαίου μεγέθους, έχουν σχετικά μικρά, στρογγυλά φτερά και συγκριτικά μεγάλη ουρά. Το γένος έχει σχεδόν παγκόσμια κατανομή, απουσιάζει μόνο από την Ανταρκτική και από κάποια νησιά. Όλα τα είδη ζουν σε δασικά οικοσυστήματα.
Πολλά είδη είναι εξειδικευμένοι κυνηγοί πουλιών, ενώ σε κάποια άλλα είδη το φάσμα της διατροφής περιλαμβάνει μικρά σπονδυλωτά και έντομα.
Σε όλα τα είδη, τα θηλυκά είναι σημαντικά μεγαλύτερα από τα αρσενικά (αντίστροφος διμορφισμός φύλου). Το φτέρωμα στο πάνω μέρος του σώματός του είναι σκοτεινόχρωμο γκρίζο ή μαύρο. Η κάτω πλευρά είναι έντονα αντιπαραβαλλόμενη, ανοιχτόχρωμη με οριζόντιες ρίγες. Τα τροπικά είδη είναι εξαιρετικά πολύχρωμα λόγω του κοκκινωπού χρωματισμού στην κάτω πλευρά και στον λαιμό.
Το γένος αντιπροσωπεύεται σε όλες τις ηπείρους (εκτός από την Ανταρκτική), τα περισσότερα είδη ζουν στις τροπικές περιοχές. Οι Αστούριοι έχουν τη μεγαλύτερη βιοποικιλότητα στη Νοτιοανατολική Ασία και την Ωκεανία, όπου πολλά είδη είναι ενδημικά σε μεμονωμένα νησιά ή νησιωτικά συμπλέγματα.
Υπάρχουν μόνο τρία είδη στην Ευρώπη, δύο από αυτά και στην κεντρική Ευρώπη: το Διπλοσάϊνο (Accipiter gentilis) και το Τσιχλογέρακο (Accipiter nisus). Το κοινό Σαΐνι (Accipiter brevipes) συναντάται στη Νοτιοανατολική και Ανατολική Ευρώπη καθώς και στη Δυτική Ασία.
Στην Ελλάδα ζουν τα παρακάτω είδη του γένους Αστούριοι (Accipiter):
Κείμενο: Ζιάκας Ηλίας
Τα Σαΐνια (Accipiter) είναι ένα γένος πουλιών που ανήκουν στην οικογένεια των ιερακιδών (Accipitridae). Περιλαμβάνει περίπου 50 είδη και είναι το μεγαλύτερο γένος αρπακτικών πτηνών. Οι εκπρόσωποι του γένους είναι μικρού έως μεσαίου μεγέθους, έχουν σχετικά μικρά, στρογγυλά φτερά και συγκριτικά μεγάλη ουρά. Το γένος έχει σχεδόν παγκόσμια κατανομή, απουσιάζει μόνο από την Ανταρκτική και από κάποια νησιά. Όλα τα είδη ζουν σε δασικά οικοσυστήματα.
Πολλά είδη είναι εξειδικευμένοι κυνηγοί πουλιών, ενώ σε κάποια άλλα είδη το φάσμα της διατροφής περιλαμβάνει μικρά σπονδυλωτά και έντομα.
Σε όλα τα είδη, τα θηλυκά είναι σημαντικά μεγαλύτερα από τα αρσενικά (αντίστροφος διμορφισμός φύλου). Το φτέρωμα στο πάνω μέρος του σώματός του είναι σκοτεινόχρωμο γκρίζο ή μαύρο. Η κάτω πλευρά είναι έντονα αντιπαραβαλλόμενη, ανοιχτόχρωμη με οριζόντιες ρίγες. Τα τροπικά είδη είναι εξαιρετικά πολύχρωμα λόγω του κοκκινωπού χρωματισμού στην κάτω πλευρά και στον λαιμό.
Το γένος αντιπροσωπεύεται σε όλες τις ηπείρους (εκτός από την Ανταρκτική), τα περισσότερα είδη ζουν στις τροπικές περιοχές. Οι Αστούριοι έχουν τη μεγαλύτερη βιοποικιλότητα στη Νοτιοανατολική Ασία και την Ωκεανία, όπου πολλά είδη είναι ενδημικά σε μεμονωμένα νησιά ή νησιωτικά συμπλέγματα.
Υπάρχουν μόνο τρία είδη στην Ευρώπη, δύο από αυτά και στην κεντρική Ευρώπη: το Διπλοσάϊνο (Accipiter gentilis) και το Τσιχλογέρακο (Accipiter nisus). Το κοινό Σαΐνι (Accipiter brevipes) συναντάται στη Νοτιοανατολική και Ανατολική Ευρώπη καθώς και στη Δυτική Ασία.
Στην Ελλάδα ζουν τα παρακάτω είδη του γένους Αστούριοι (Accipiter):
Κείμενο: Ζιάκας Ηλίας