Κατσουλιέρης, κορυδαλλός ο λοφιοφόρος, Σκορταλλός (Galerida Cristata)
Ο Κατσουλιέρης είναι από τα πλέον διαδεδομένα χερσόβια στρουθιόμορφα πτηνά της οικογένειας των Κορυδαλιδών. Η κατανομή του είναι μεγάλη με πληθυσμούς στην Ευρώπη, στην Ασία και στην βόρεια Αφρική.
Εχει μικρό μέγεθος που κυμαίνεται από 17 έως 19 εκατοστά. Το φτέρωμά του είναι γκριζοκάστανο, ενώ το στήθος του έχει ανοιχτό μπεζ χρώμα με σκουρόχρωμες ραβδώσεις. Η κοιλιά του είναι ανοιχτόχρωμη. Το ράμφος είναι μακρύ και μυτερό και η ουρά του είναι κοντή. Οι
φτερούγες του είναι μακριές και οξύληκτες.
Χαρακτηριστικό είναι το ανασηκωμένο του λοφίο. Χαρακτηριστικό του είναι ότι το πίσω δάχτυλο του ποδιού έχει ένα µακρύ νύχι που παρουσιάζει πολύ μικρή κάµψη και έχει µήκος διπλάσιο από το δάχτυλο. Αυτό τον διευκολύνει να βαδίζει στο έδαφος αλλά δεν µπορεί να κρατιέται στα κλαδιά. Πετά προς τα πάνω, µε µια µόνο κατακόρυφη κίνηση, και φτάνει τόσο ψηλά που δε διακρίνεται µε το µάτι. Είναι πουλί ζωηρό, ευκίνητο, έχει εριστική διάθεση ιδιαίτερα την άνοιξη και τα αρσενικά µαλώνουν συνεχώς.
Βιότοπος εμφάνιση
Ο κατσουλιέρης απαντάτε κυρίως σε ανοικτές, χέρσες, συνήθως επίπεδες εκτάσεις με αραιή βλάστηση και σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις.
Στην Ελλάδα, ο κατσουλιέρης απαντά σε χέρσα εδάφη, πετρώδεις και αμμώδεις θέσεις, αμμοθίνες, ημιέρημες περιοχές αλλά και σε πεδινές ή θαμνώδεις τοποθεσίες, άλση, χωριά και πόλεις. Επίσης, σε αμπελώνες, αλατούχα έλη και λασπώδεις θέσεις σε υγροτόπους, ακόμη και σε παραλίες. Απαντά από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 1200 μ. ή και ψηλότερα.
Το φθινόπωρο φεύγουν κατά κοπάδια για την Αφρική και τις πρώτες µέρες της Άνοιξης επιστρέφουν.
Τροφή
Ο κατσουλιέρης θεωρείται παμφάγο πτηνό, αν και το διαιτολόγιο περιλαμβάνει κυρίως φυτική ύλη (φθινόπωρο και χειμώνα), όπως σπέρματα διαφόρων φυτών, ιδιαίτερα κόκκους δημητριακών (σιτάρι, κριθάρι, βρώμη). Ωστόσο, καταναλώνει και έντομα (άνοιξη και καλοκαίρι), κυρίως σκαθάρια, που συλλαμβάνει είτε από την επιφάνεια του εδάφους, είτε με σκάψιμο.
Αναπαραγωγή
Κατασκευάζουν τη φωλιά τους στο έδαφος,µέσα σε χαµόκλαδα. Το θηλυκό γεννά το καλοκαίρι 3-5 αυγά. Τα επωάζει επί δύο εβδοµάδες. Αν η καλοκαιρία παρατείνεται, µπορεί να υπάρξουν 2 ή 3 επωαστικές περίοδοι.
Εχθροί του είναι τα αρπακτικά πουλιά, καθώς και άλλα μικρά σαρκοφάγα θηλαστικά. Το προσδόκιμο ζωής κυμαίνεται από 25 έως 30 χρόνια.
Καθεστώς προστασίας
Το είδος, λόγω του ευρέος φάσματος κατανομής του και των λίγων κινδύνων που αντιμετωπίζει. δεν κινδυνεύει σε παγκόσμιο επίπεδο, ως εκ τούτου, χαρακτηρίζεται ως Ελαχίστης Ανησυχίας (LC) από την IUCN. Ωστόσο, παρά το ευρύ φάσμα κατανομής του, η τάση των πληθυσμών του είναι καθοδική, πιθανόν λόγω αλλαγής χρήσης των ενδιαιτημάτων του.
Τα είδη του γένους (Galerida) είναι:
Galerida theklae (Thekla lark)
Ζούν σε ανοιχτές περιοχές με δέντρα και θάμνους και αποφεύγουν την ανθρώπινη παρουσία. Στην Ευρώπη συναντάται στην Ισπανία, την Πορτογαλία, τις Βαλεαρίδες Νήσους και τοπικά στο νοτιοανατολικό τμήμα της Γαλλίας. Ζει επίσης στη Βόρεια Αφρική, τη Δυτική Σαχάρα στην Αίγυπτο και σε κάποια μέρη στην Αιθιοπία.
Galerida magnirostris (large-billed lark)
Εχει μήκος 18 εκατοστά, σχετικά μικρή ουρά και ράμφος με κίτρινη βάση στην κάτω γνάθο. Εχει καφέ-γκρι ραβδώσεις στο πάνω φτέρωμα και ένα μακρύ λευκό φρύδι. Όπως και στα άλλα είδη του γένους διαθέτει στο κεφάλι ένα λοφίο. Το κάτω μέρος είναι κρεμ με σκουρόχρωμες ραβδώσεις στο στήθος. Προτιμά ανοικτά μέρη, χέρσα λιβάδια και καλλιεργούμενες αγροτικές εκτάσεις. Όπως και οι άλλοι Κορυδαλλοί φωλιάζει στο έδαφος. Τρέφετε με σπόρους και έντομα ιδίως κατά την περίοδο αναπαραγωγής. Ζεί στα νότια της Νότιας Αφρικής, το Λεσόττο και στη νότια Ναμίμπια.
Galerida malabarica (Malabar lark)
Αναπαράγεται στη δυτική Ινδία. είναι ένα κοινό πουλί της υπαίθρου, προτιμάει καλλιέργειες και θαμνώνες συχνά σε μεγαλύτερα υψόμετρα. Φωλιάζει στο έδαφος και γεννά δύο έως τρία αυγά. Τρέφετε με σπόρους και έντομα ιδίως κατά την περίοδο αναπαραγωγής. Μοιάζει με τον Κατσουλιέρη, Galerida cristata, που ζεί στη βόρεια Ινδία, είναι μικρότερη με σκούρες κοκκινωπές και καφέ ραβδώσεις στο φτέρωμά του, σε αντίθεση με του Κατσουλιέρη που είναι γκρι. Η κοιλιά είναι άσπρη. Τα φύλα είναι παρόμοια.
Galerida modesta (sun lark)
Ζεί στο Μπενίν, Μπουρκίνα Φάσο, Καμερούν, Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία, Τσαντ, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Ακτή Ελεφαντοστού, Γκάμπια, Γκάνα, Γουινέα, Γουινέα-Μπισάου, το Μάλι, Νίγηρας, Νιγηρία, Σενεγάλη, Σιέρα Λεόνε, το Σουδάν, το Τόγκο , και στην Ουγκάντα. Φυσικός οικοτόπός του είναι ξηρές σαβάνες και υποτροπικές ή τροπικές ξηρές πεδινές χορτολιβαδικές εκτάσεις.
Galerida deva (Sykes's lark)
Ζεί και αναπαράγεται στην κεντρική Ινδία.
Ο Κατσουλιέρης είναι από τα πλέον διαδεδομένα χερσόβια στρουθιόμορφα πτηνά της οικογένειας των Κορυδαλιδών. Η κατανομή του είναι μεγάλη με πληθυσμούς στην Ευρώπη, στην Ασία και στην βόρεια Αφρική.
Εχει μικρό μέγεθος που κυμαίνεται από 17 έως 19 εκατοστά. Το φτέρωμά του είναι γκριζοκάστανο, ενώ το στήθος του έχει ανοιχτό μπεζ χρώμα με σκουρόχρωμες ραβδώσεις. Η κοιλιά του είναι ανοιχτόχρωμη. Το ράμφος είναι μακρύ και μυτερό και η ουρά του είναι κοντή. Οι
φτερούγες του είναι μακριές και οξύληκτες.
Χαρακτηριστικό είναι το ανασηκωμένο του λοφίο. Χαρακτηριστικό του είναι ότι το πίσω δάχτυλο του ποδιού έχει ένα µακρύ νύχι που παρουσιάζει πολύ μικρή κάµψη και έχει µήκος διπλάσιο από το δάχτυλο. Αυτό τον διευκολύνει να βαδίζει στο έδαφος αλλά δεν µπορεί να κρατιέται στα κλαδιά. Πετά προς τα πάνω, µε µια µόνο κατακόρυφη κίνηση, και φτάνει τόσο ψηλά που δε διακρίνεται µε το µάτι. Είναι πουλί ζωηρό, ευκίνητο, έχει εριστική διάθεση ιδιαίτερα την άνοιξη και τα αρσενικά µαλώνουν συνεχώς.
Βιότοπος εμφάνιση
Ο κατσουλιέρης απαντάτε κυρίως σε ανοικτές, χέρσες, συνήθως επίπεδες εκτάσεις με αραιή βλάστηση και σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις.
Στην Ελλάδα, ο κατσουλιέρης απαντά σε χέρσα εδάφη, πετρώδεις και αμμώδεις θέσεις, αμμοθίνες, ημιέρημες περιοχές αλλά και σε πεδινές ή θαμνώδεις τοποθεσίες, άλση, χωριά και πόλεις. Επίσης, σε αμπελώνες, αλατούχα έλη και λασπώδεις θέσεις σε υγροτόπους, ακόμη και σε παραλίες. Απαντά από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 1200 μ. ή και ψηλότερα.
Το φθινόπωρο φεύγουν κατά κοπάδια για την Αφρική και τις πρώτες µέρες της Άνοιξης επιστρέφουν.
Τροφή
Ο κατσουλιέρης θεωρείται παμφάγο πτηνό, αν και το διαιτολόγιο περιλαμβάνει κυρίως φυτική ύλη (φθινόπωρο και χειμώνα), όπως σπέρματα διαφόρων φυτών, ιδιαίτερα κόκκους δημητριακών (σιτάρι, κριθάρι, βρώμη). Ωστόσο, καταναλώνει και έντομα (άνοιξη και καλοκαίρι), κυρίως σκαθάρια, που συλλαμβάνει είτε από την επιφάνεια του εδάφους, είτε με σκάψιμο.
Αναπαραγωγή
Κατασκευάζουν τη φωλιά τους στο έδαφος,µέσα σε χαµόκλαδα. Το θηλυκό γεννά το καλοκαίρι 3-5 αυγά. Τα επωάζει επί δύο εβδοµάδες. Αν η καλοκαιρία παρατείνεται, µπορεί να υπάρξουν 2 ή 3 επωαστικές περίοδοι.
Εχθροί του είναι τα αρπακτικά πουλιά, καθώς και άλλα μικρά σαρκοφάγα θηλαστικά. Το προσδόκιμο ζωής κυμαίνεται από 25 έως 30 χρόνια.
Καθεστώς προστασίας
Το είδος, λόγω του ευρέος φάσματος κατανομής του και των λίγων κινδύνων που αντιμετωπίζει. δεν κινδυνεύει σε παγκόσμιο επίπεδο, ως εκ τούτου, χαρακτηρίζεται ως Ελαχίστης Ανησυχίας (LC) από την IUCN. Ωστόσο, παρά το ευρύ φάσμα κατανομής του, η τάση των πληθυσμών του είναι καθοδική, πιθανόν λόγω αλλαγής χρήσης των ενδιαιτημάτων του.
Τα είδη του γένους (Galerida) είναι:
Galerida theklae (Thekla lark)
Ζούν σε ανοιχτές περιοχές με δέντρα και θάμνους και αποφεύγουν την ανθρώπινη παρουσία. Στην Ευρώπη συναντάται στην Ισπανία, την Πορτογαλία, τις Βαλεαρίδες Νήσους και τοπικά στο νοτιοανατολικό τμήμα της Γαλλίας. Ζει επίσης στη Βόρεια Αφρική, τη Δυτική Σαχάρα στην Αίγυπτο και σε κάποια μέρη στην Αιθιοπία.
Galerida magnirostris (large-billed lark)
Εχει μήκος 18 εκατοστά, σχετικά μικρή ουρά και ράμφος με κίτρινη βάση στην κάτω γνάθο. Εχει καφέ-γκρι ραβδώσεις στο πάνω φτέρωμα και ένα μακρύ λευκό φρύδι. Όπως και στα άλλα είδη του γένους διαθέτει στο κεφάλι ένα λοφίο. Το κάτω μέρος είναι κρεμ με σκουρόχρωμες ραβδώσεις στο στήθος. Προτιμά ανοικτά μέρη, χέρσα λιβάδια και καλλιεργούμενες αγροτικές εκτάσεις. Όπως και οι άλλοι Κορυδαλλοί φωλιάζει στο έδαφος. Τρέφετε με σπόρους και έντομα ιδίως κατά την περίοδο αναπαραγωγής. Ζεί στα νότια της Νότιας Αφρικής, το Λεσόττο και στη νότια Ναμίμπια.
Galerida malabarica (Malabar lark)
Αναπαράγεται στη δυτική Ινδία. είναι ένα κοινό πουλί της υπαίθρου, προτιμάει καλλιέργειες και θαμνώνες συχνά σε μεγαλύτερα υψόμετρα. Φωλιάζει στο έδαφος και γεννά δύο έως τρία αυγά. Τρέφετε με σπόρους και έντομα ιδίως κατά την περίοδο αναπαραγωγής. Μοιάζει με τον Κατσουλιέρη, Galerida cristata, που ζεί στη βόρεια Ινδία, είναι μικρότερη με σκούρες κοκκινωπές και καφέ ραβδώσεις στο φτέρωμά του, σε αντίθεση με του Κατσουλιέρη που είναι γκρι. Η κοιλιά είναι άσπρη. Τα φύλα είναι παρόμοια.
Galerida modesta (sun lark)
Ζεί στο Μπενίν, Μπουρκίνα Φάσο, Καμερούν, Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία, Τσαντ, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Ακτή Ελεφαντοστού, Γκάμπια, Γκάνα, Γουινέα, Γουινέα-Μπισάου, το Μάλι, Νίγηρας, Νιγηρία, Σενεγάλη, Σιέρα Λεόνε, το Σουδάν, το Τόγκο , και στην Ουγκάντα. Φυσικός οικοτόπός του είναι ξηρές σαβάνες και υποτροπικές ή τροπικές ξηρές πεδινές χορτολιβαδικές εκτάσεις.
Galerida deva (Sykes's lark)
Ζεί και αναπαράγεται στην κεντρική Ινδία.
Ετικέτες:
Κορυδαλλίδες
Ευχαριστούμε που διαβάσατε την ανάρτηση Κατσουλιέρης