Γλαρόνια, στερνίδες, Terns (Sternidae)
Eνώ οι γλάροι είναι αναμφίβολα πουλιά γνωστά σε όλους, τα γλαρόνια αντιθέτως είναι άγνωστα στον περισσότερο κόσμο, παρόλο που οι δύο αυτές ομάδες πουλιών είναι συγγενείς και περιλαμβάνονται στα γλαρόμορφα πουλιά. Aπο πλευράς εμφάνισης, τα περισσότερα γλαρόνια είναι μικρότερα σε μέγεθος από τους γλάρους, κάτασπρα, με γκριζωπή ράχη και μαύρο στο επάνω μέρος του κεφαλιού, ενώ μερικά είδη έχουν γκρί ή μαύρο χρώμα και σε περιοχές του σώματος και των φτερών. Αναλόγως του είδους το μέγεθός
Eχουν μακρύ και λεπτό ράμφος εξειδικευμένο να πιάνει τη λεία κάτω από ιδιόμορφες συνθήκες, όπως σε πτήση ή βουτώντας απο ψηλά στο νερό. Tα φτερά τους είναι λεπτά και μυτερά στις άκρες κι αυτό τα βοηθάει να εκτελούν γρήγορους ελιγμούς, απόλυτα κατανοητό, όταν αναλογισθεί κανείς πώς τρέφονται. Γι’ αυτό και οι πρώτοι φυσιοδίφες τα ονόμασαν «χελιδόνια της θάλασσας». Tα πόδια τους είναι κοντά, με τρία δάκτυλα μπροστά κι ένα «ψευτοδάκτυλο», δηλαδή ένα μικρό, μη λειτουργικό δάκτυλο πρός τα πίσω, με αποτέλεσμα τα πουλιά αυτά να είναι δυσκίνητα στην ξηρά. Tα μπροστινά δάκτυλα είναι ενωμένα σε μια «νηκτική» (δηλαδή κολυμβητική) μεμβράνη παρόμοια με αυτή που έχουν τα υδρόβια πουλιά (πάπιες, φαλαρίδες κ.ά.). Στην πράξη, όμως, τα ενήλικα πουλιά σχεδόν ποτέ δεν κολυμπούν, παρά μόνο όταν κάνουν μπάνιο. Oι νεοσσοί όμως κολυμπούν άριστα και το κολύμπι είναι συχνά μόνος τρόπος για να απομακρυνθούν μακριά από κάποιον εισβολέα που πλησιάζει τη φωλιά τους.
Συνήθως γεννούν σε αποικίες πάντα κοντά στο νερό και αρέσκονται να γεννούν σε απομονωμένα ασφαλή νησάκια σε λίμνες, αλυκές και λιμνοθάλασσες. Γεννούν στο έδαφος και σε επιπλέοντα υδρόβια φυτά και ορισμένα είδη χτίζουν τη φωλιά τους με λίγα κλαδάκια ενώ άλλα δεν χρησιμοποιούν καθόλου υλικά. Αναλόγως του είδους γεννούν από ένα μέχρι τέσσερα αβγά.
Είναι πουλιά μακρόβια και μπορούν να ζήσουν μέχρι και τριάντα χρόνια. Τα γλαρόνια τα συναντάμε σε ολόκληρο τον πλανήτη, ακόμα και στην Ανταρτική και συχνάζουν σε ανοιχτούς βιοτόπους όπου υπάρχει νερό, στη θάλασσα, σε ποταμούς, βάλτους, λίμνες, λιμνοθάλασσες και αλυκές.
Φυσικοί εχθροί αυτών των πουλιών αποτελούν τα αρπαχτικά πουλιά. Η αρπαγή αβγών και νεοσσών από τα αρπαχτικά πουλιά και τα σαρκοφάγα θηλαστικά όπως την αλεπού και τη νυφίτσα. Από πλευράς ανθρώπινου παράγοντα τα πουλιά αυτά κινδυνεύουν από την καταστροφή των βιοτόπων τους και από την αρπαγή των αβγών τους, καθώς σε αρκετές ασιατικές χώρες οι άνθρωποι συνηθίζουν να τα τρώνε.
Κατηγορία: Γλαρόμορφα (Laridae) | Γλαρόνια (Sternidae)
Eνώ οι γλάροι είναι αναμφίβολα πουλιά γνωστά σε όλους, τα γλαρόνια αντιθέτως είναι άγνωστα στον περισσότερο κόσμο, παρόλο που οι δύο αυτές ομάδες πουλιών είναι συγγενείς και περιλαμβάνονται στα γλαρόμορφα πουλιά. Aπο πλευράς εμφάνισης, τα περισσότερα γλαρόνια είναι μικρότερα σε μέγεθος από τους γλάρους, κάτασπρα, με γκριζωπή ράχη και μαύρο στο επάνω μέρος του κεφαλιού, ενώ μερικά είδη έχουν γκρί ή μαύρο χρώμα και σε περιοχές του σώματος και των φτερών. Αναλόγως του είδους το μέγεθός
Γένος, Στέρνα
Νανογλάρονο
Χειμωνογλάρονο
Χιονογλάρονο
Ποταµογλάρονο
Γελογλάρονο
Μαυρογλάρονο
τους κυμαίνεται από 23 μέχρι 60 πόντους, διαθέτουν λεπτές μακριές φτερούγες, διχαλωτές μακριές ουρές, λεπτό και μακρύ ράμφος και σχετικά κοντά πόδια. Νανογλάρονο
Χειμωνογλάρονο
Χιονογλάρονο
Ποταµογλάρονο
Γελογλάρονο
Γένος, (Chlidonias)
ΜουστακογλάρονοΜαυρογλάρονο
Eχουν μακρύ και λεπτό ράμφος εξειδικευμένο να πιάνει τη λεία κάτω από ιδιόμορφες συνθήκες, όπως σε πτήση ή βουτώντας απο ψηλά στο νερό. Tα φτερά τους είναι λεπτά και μυτερά στις άκρες κι αυτό τα βοηθάει να εκτελούν γρήγορους ελιγμούς, απόλυτα κατανοητό, όταν αναλογισθεί κανείς πώς τρέφονται. Γι’ αυτό και οι πρώτοι φυσιοδίφες τα ονόμασαν «χελιδόνια της θάλασσας». Tα πόδια τους είναι κοντά, με τρία δάκτυλα μπροστά κι ένα «ψευτοδάκτυλο», δηλαδή ένα μικρό, μη λειτουργικό δάκτυλο πρός τα πίσω, με αποτέλεσμα τα πουλιά αυτά να είναι δυσκίνητα στην ξηρά. Tα μπροστινά δάκτυλα είναι ενωμένα σε μια «νηκτική» (δηλαδή κολυμβητική) μεμβράνη παρόμοια με αυτή που έχουν τα υδρόβια πουλιά (πάπιες, φαλαρίδες κ.ά.). Στην πράξη, όμως, τα ενήλικα πουλιά σχεδόν ποτέ δεν κολυμπούν, παρά μόνο όταν κάνουν μπάνιο. Oι νεοσσοί όμως κολυμπούν άριστα και το κολύμπι είναι συχνά μόνος τρόπος για να απομακρυνθούν μακριά από κάποιον εισβολέα που πλησιάζει τη φωλιά τους.
Συνήθως γεννούν σε αποικίες πάντα κοντά στο νερό και αρέσκονται να γεννούν σε απομονωμένα ασφαλή νησάκια σε λίμνες, αλυκές και λιμνοθάλασσες. Γεννούν στο έδαφος και σε επιπλέοντα υδρόβια φυτά και ορισμένα είδη χτίζουν τη φωλιά τους με λίγα κλαδάκια ενώ άλλα δεν χρησιμοποιούν καθόλου υλικά. Αναλόγως του είδους γεννούν από ένα μέχρι τέσσερα αβγά.
Είναι πουλιά μακρόβια και μπορούν να ζήσουν μέχρι και τριάντα χρόνια. Τα γλαρόνια τα συναντάμε σε ολόκληρο τον πλανήτη, ακόμα και στην Ανταρτική και συχνάζουν σε ανοιχτούς βιοτόπους όπου υπάρχει νερό, στη θάλασσα, σε ποταμούς, βάλτους, λίμνες, λιμνοθάλασσες και αλυκές.
Φυσικοί εχθροί αυτών των πουλιών αποτελούν τα αρπαχτικά πουλιά. Η αρπαγή αβγών και νεοσσών από τα αρπαχτικά πουλιά και τα σαρκοφάγα θηλαστικά όπως την αλεπού και τη νυφίτσα. Από πλευράς ανθρώπινου παράγοντα τα πουλιά αυτά κινδυνεύουν από την καταστροφή των βιοτόπων τους και από την αρπαγή των αβγών τους, καθώς σε αρκετές ασιατικές χώρες οι άνθρωποι συνηθίζουν να τα τρώνε.
Στην Eλλάδα έχουν παρατηρηθεί 11 είδη γλαρονιών από τα οποία τα εννιά είναι τακτικοί επισκέπτες που είτε περνούν εποχικά μεταναστεύοντας, είτε έρχονται την άνοιξη για να φωλιάσουν, και μόνο ένα είδος, το χειμωνογλάρονο (sterna sadvicensis) απαντάται το χειμώνα σε υγρότοπους και ακτές. Aυτό ζει σε κοπάδια τα οποία περιλαμβάνουν δεκάδες άτομα και συνήθως κουρνιάζουν σε αμμονησίδες κοντά σε κοπάδια γλάρων. Tέτοια κοπάδια συχνά σηκώνονται στον αέρα και πετούν μέσα σε ένα πανδαιμόνιο απο στριγγές φωνές κάνοντας απόλυτα συντονισμένες μανούβρες στον αέρα, ώσπου να καθίσουν και πάλι.
Κατηγορία: Γλαρόμορφα (Laridae) | Γλαρόνια (Sternidae)
Γένος, Στέρνα (Sterna)
Η Στέρνα είναι το μεγαλύτερο γένος με 34 είδη, της οικογένειας των γλαρονιών (Sternidae) Τα είδη διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό στο μέγεθος.
Τα περισσότερα είδη γ. ανήκουν στο γένος Sterna. Χαρακτηρίζονται από έντονα διχαλωτή ουρά και μεγαλύτερο μέγεθος από τα υπόλοιπα γένη και συναντώνται σε ποικίλους βιότοπους, όπως αμμώδεις ακτές, εκβολές ποταμών, νησιά, όχθες λιμνών ή λιμνοθαλασσών. Μεταξύ των γνωστότερων ευρωπαϊκών ειδών του γένους, τα οποία φωλιάζουν ή περνούν και από την Ελλάδα, είναι τα εξής (σε παρένθεση αναφέρεται η κοινή ονομασία τους στη χώρα μας): Sterna caspia (καρατζάς), Sterna bengalensis (ταξιδογλάρονο), Sterna sandvicensis (χειμωνογλάρονο), Sterna albifrons (νανογλάρονο), Sterna paradisaea (χιονογλάρονο) και Sterna hirundo (ποταμόγλαρονο)... Συνέχεια
Η Στέρνα είναι το μεγαλύτερο γένος με 34 είδη, της οικογένειας των γλαρονιών (Sternidae) Τα είδη διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό στο μέγεθος.
Τα περισσότερα είδη γ. ανήκουν στο γένος Sterna. Χαρακτηρίζονται από έντονα διχαλωτή ουρά και μεγαλύτερο μέγεθος από τα υπόλοιπα γένη και συναντώνται σε ποικίλους βιότοπους, όπως αμμώδεις ακτές, εκβολές ποταμών, νησιά, όχθες λιμνών ή λιμνοθαλασσών. Μεταξύ των γνωστότερων ευρωπαϊκών ειδών του γένους, τα οποία φωλιάζουν ή περνούν και από την Ελλάδα, είναι τα εξής (σε παρένθεση αναφέρεται η κοινή ονομασία τους στη χώρα μας): Sterna caspia (καρατζάς), Sterna bengalensis (ταξιδογλάρονο), Sterna sandvicensis (χειμωνογλάρονο), Sterna albifrons (νανογλάρονο), Sterna paradisaea (χιονογλάρονο) και Sterna hirundo (ποταμόγλαρονο)... Συνέχεια
Γένος, (Chlidonias)
Περιλαμβάνει σχετικά μικρόσωμα, θορυβώδη γ. με ανάλαφρο πέταγμα. Στην Ελλάδα συναντώνται τα είδη Chlidonias hybridus (μουστακογλάρονο), Chlidonias niger (μαυρογλάρονο) και Chlidonias leucopterus (αργυρογλάρονο), κυρίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
Ξεχωρίζουν από όλα τα άλλα γλαρόνια από το ότι ιδιαίτερα κατά την αναπαραγωγή, μεγάλο μέρος του σώματός τους είναι γκρί ή μαύρο... Συνέχεια
Το είδος γελογλάρονο (Gelochelidon nilotica) φωλιάζει το καλοκαίρι στην Ελλάδα, σε αμμώδεις ακτές και λιμνοθάλασσες. Έχει πιο κοντόχοντρο ράμφος από τα προηγούμενα είδη, λιγότερο ψαλιδωτή ουρά και μακρύτερα πόδια. Σπάνια βουτάει στο νερό και κυνηγά κυρίως έντομα στην ξηρά.Περιλαμβάνει σχετικά μικρόσωμα, θορυβώδη γ. με ανάλαφρο πέταγμα. Στην Ελλάδα συναντώνται τα είδη Chlidonias hybridus (μουστακογλάρονο), Chlidonias niger (μαυρογλάρονο) και Chlidonias leucopterus (αργυρογλάρονο), κυρίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
Ξεχωρίζουν από όλα τα άλλα γλαρόνια από το ότι ιδιαίτερα κατά την αναπαραγωγή, μεγάλο μέρος του σώματός τους είναι γκρί ή μαύρο... Συνέχεια
Ετικέτες:
Γλαρόνια
Ευχαριστούμε που διαβάσατε την ανάρτηση Γλαρόνια