Ψιττακόμορφα, Παπαγάλοι (Psittaciformes)
Κοινή ονομασία των εντυπωσιακών και ζωηρόχρωμων πτηνών που συνιστούν την τάξη των ψιττακομόρφων. Η τάξη αυτή περιλαμβάνει περίπου 350 είδη πουλιών τα οποία είναι διαδεδομένα κυρίως στις τροπικές περιοχές, με μεγαλύτερη ποικιλομορφία στη Νότια Αμερική και στην Αυστραλία.
Τα ψιττακόμορφα διακρίνονται σε τρεις οικογένειες: ψιττακίδες (psittacidae), κακατουίδες (cacatuidae) και λοριίδες (loriidae)· σύμφωνα με κάποια ταξινομικά συστήματα, πάντως, η τρίτη οικογένεια αποτελεί υποοικογένεια της οικογένειας των ψιττακιδών.
Οι π. χαρακτηρίζονται από ισχυρό, κοντό και γαμψό ράμφος, τα δύο τμήματα του οποίου είναι άνισα και καμπυλωτά, με αντίθετη φορά το καθένα· το επάνω, πιο ανεπτυγμένο και κυρτό σαν γάντζος, καλύπτει το κάτω, όταν το ράμφος είναι κλειστό. Το ράμφος χρησιμοποιείται όχι μόνο για τη σύλληψη και τον τεμαχισμό της τροφής, αλλά και για την αναρρίχηση στα δέντρα.
Η γλώσσα των π. είναι κοντή, παχιά και μυώδης και βοηθά τα ζώα να μεταχειρίζονται επιδέξια την τροφή τους· επιπλέον είναι όργανο αφής και, σε ορισμένα είδη, διευκολύνει τον έναρθρο λόγο, καθώς και την παραγωγή σύντομων μελωδιών.
Εξαίρεση αποτελούν οι λόρι οι οποίοι έχουν μακρύτερη και λεπτότερη γλώσσα που φέρει τριχοειδείς αιχμές, προσαρμογές που διευκολύνουν τα πτηνά αυτά να συλλέγουν το νέκταρ, το οποίο αποτελεί την κύρια τροφή τους.
Το μέγεθός τους ποικίλλει, από τα 8-10 εκ. στο είδος Micropsitta pusio της Νέας Γουινέας, έως το 1 μ. στο είδος Anodorynchus hyacinthus της Νότιας Αμερικής, ενώ το φτέρωμά τους παρουσιάζει μια αξιοσημείωτη ποικιλία έντονων χρωμάτων. Οι φτερούγες μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο ανεπτυγμένες, ενώ η ουρά ποικίλλει στο μέγεθος και στο σχήμα.
Σχεδόν όλα τα είδη π. είναι μονογαμικά και ζουν σε ζευγάρια για πολλά χρόνια ή και για όλη τους τη ζωή. Συναντώνται συνήθως μέσα στα δάση, σε ζευγάρια ή μικρές οικογενειακές ομάδες, ενώ ορισμένα είδη συγκροτούν πολυάριθμα σμήνη. Τα περισσότερα είδη κατασκευάζουν απλές φωλιές σε τρύπες μέσα στα δέντρα ή σε κοιλότητες των βράχων. Η διατροφή τους αποτελείται κυρίως από καρπούς, σπέρματα και άλλα φυτικά τμήματα, ενώ ορισμένα είδη τρέφονται με νέκταρ λουλουδιών.
Το θηλυκό γεννάει συνήθως 2-4 (8 στα μικρότερα είδη) άσπρα και σχετικά μικρά αβγά. Η επώαση γίνεται είτε μόνο από το θηλυκό είτε και από τους δύο γονείς. Τα μικρά γεννιούνται τελείως αβοήθητα, εξαρτώμενα πλήρως από τη γονική φροντίδα.
Χάρη στην ωραία τους εμφάνιση, στην κοινωνικότητά τους και στην ικανότητά τους να μιμούνται και να επαναλαμβάνουν διάφορους ήχους, οι π. είναι ιδιαίτερα δημοφιλή ζώα και έχουν εξημερωθεί ευρύτατα από την αρχαιότητα. Έχει διαπιστωθεί ότι σε αιχμαλωσία ορισμένα είδη π. μπορούν να ζήσουν πάνω από 70 χρόνια.
Οι π. υφίστανται ακόμα και σήμερα αμείλικτο κυνήγι· επιπλέον, κάθε χρόνο χιλιάδες π. αιχμαλωτίζονται, είτε νόμιμα είτε παράνομα, για να μεταφερθούν στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική και πολλοί από αυτούς δεν επιζούν στο ταξίδι.
Για τους λόγους αυτούς, αλλά και εξαιτίας της καταστροφής του ενδιαιτήματός τους, αρκετά είδη π. απειλούνται με εξαφάνιση. Ορισμένες φορές οι π. εμφανίζουν μια λοιμώδη νόσο, την ψιττάκωση, η οποία μπορεί να μεταδοθεί και στον άνθρωπο αλλά πλέον είναι εύκολα ιάσιμη. Από τα πολυάριθμα είδη π., αναφέρονται εδώ τα πιο γνωστά για το εντυπωσιακό τους φτέρωμα ή τις χαρακτηριστικές συνήθειές τους.
Το γένος Ara περιλαμβάνει τους μεγαλύτερους σε μέγεθος π. οι οποίοι χαρακτηρίζονται από μεγάλου μήκους ουρά και από ιδιαίτερα όμορφο φτέρωμα.
Κοινή ονομασία των εντυπωσιακών και ζωηρόχρωμων πτηνών που συνιστούν την τάξη των ψιττακομόρφων. Η τάξη αυτή περιλαμβάνει περίπου 350 είδη πουλιών τα οποία είναι διαδεδομένα κυρίως στις τροπικές περιοχές, με μεγαλύτερη ποικιλομορφία στη Νότια Αμερική και στην Αυστραλία.
Τα ψιττακόμορφα διακρίνονται σε τρεις οικογένειες: ψιττακίδες (psittacidae), κακατουίδες (cacatuidae) και λοριίδες (loriidae)· σύμφωνα με κάποια ταξινομικά συστήματα, πάντως, η τρίτη οικογένεια αποτελεί υποοικογένεια της οικογένειας των ψιττακιδών.
Οι π. χαρακτηρίζονται από ισχυρό, κοντό και γαμψό ράμφος, τα δύο τμήματα του οποίου είναι άνισα και καμπυλωτά, με αντίθετη φορά το καθένα· το επάνω, πιο ανεπτυγμένο και κυρτό σαν γάντζος, καλύπτει το κάτω, όταν το ράμφος είναι κλειστό. Το ράμφος χρησιμοποιείται όχι μόνο για τη σύλληψη και τον τεμαχισμό της τροφής, αλλά και για την αναρρίχηση στα δέντρα.
Η γλώσσα των π. είναι κοντή, παχιά και μυώδης και βοηθά τα ζώα να μεταχειρίζονται επιδέξια την τροφή τους· επιπλέον είναι όργανο αφής και, σε ορισμένα είδη, διευκολύνει τον έναρθρο λόγο, καθώς και την παραγωγή σύντομων μελωδιών.
Εξαίρεση αποτελούν οι λόρι οι οποίοι έχουν μακρύτερη και λεπτότερη γλώσσα που φέρει τριχοειδείς αιχμές, προσαρμογές που διευκολύνουν τα πτηνά αυτά να συλλέγουν το νέκταρ, το οποίο αποτελεί την κύρια τροφή τους.
αναρριχητικά πτηνά
Τάξη πτηνών, σύμφωνα με το παλαιό σύστημα ταξινόμησης, με μόνο κοινό χαρακτηριστικό τον σχηματισμό των δαχτύλων, από τα οποία τα δύο διευθύνονται προς τα εμπρός και τα δύο προς τα πίσω, ζυγοδάχτυλα. Αυτό τους επιτρέπει να πιάνονται από τα κλαδιά των δέντρων και να αναρριχώνται με ευκολία. Οι νεότεροι ζωολόγοι διαχώρισαν την τάξη σε τρεις διαφορετικές τάξεις: τα κοκκυγόμορφα, τα ψιττακόμορφα και τα δρυοκολαπτόμορφα.
Οι π. έχουν συνήθως κοντά πόδια, τα οποία χαρακτηρίζονται από μεγάλη συλληπτήρια ικανότητα και φέρουν τέσσερα δάχτυλα με νύχια· το δεύτερο και το τρίτο δάχτυλο είναι στραμμένα προς τα εμπρός και τα άλλα δύο προς τα πίσω. Πέρα από τα λίγα κοινά χαρακτηριστικά (ράμφος, γλώσσα, πόδια) που μοιράζονται οι π. και τους διαχωρίζουν σαφώς από τα υπόλοιπα πουλιά, παρουσιάζουν μια αρκετά μεγάλη ποικιλομορφία. Τάξη πτηνών, σύμφωνα με το παλαιό σύστημα ταξινόμησης, με μόνο κοινό χαρακτηριστικό τον σχηματισμό των δαχτύλων, από τα οποία τα δύο διευθύνονται προς τα εμπρός και τα δύο προς τα πίσω, ζυγοδάχτυλα. Αυτό τους επιτρέπει να πιάνονται από τα κλαδιά των δέντρων και να αναρριχώνται με ευκολία. Οι νεότεροι ζωολόγοι διαχώρισαν την τάξη σε τρεις διαφορετικές τάξεις: τα κοκκυγόμορφα, τα ψιττακόμορφα και τα δρυοκολαπτόμορφα.
Το μέγεθός τους ποικίλλει, από τα 8-10 εκ. στο είδος Micropsitta pusio της Νέας Γουινέας, έως το 1 μ. στο είδος Anodorynchus hyacinthus της Νότιας Αμερικής, ενώ το φτέρωμά τους παρουσιάζει μια αξιοσημείωτη ποικιλία έντονων χρωμάτων. Οι φτερούγες μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο ανεπτυγμένες, ενώ η ουρά ποικίλλει στο μέγεθος και στο σχήμα.
Σχεδόν όλα τα είδη π. είναι μονογαμικά και ζουν σε ζευγάρια για πολλά χρόνια ή και για όλη τους τη ζωή. Συναντώνται συνήθως μέσα στα δάση, σε ζευγάρια ή μικρές οικογενειακές ομάδες, ενώ ορισμένα είδη συγκροτούν πολυάριθμα σμήνη. Τα περισσότερα είδη κατασκευάζουν απλές φωλιές σε τρύπες μέσα στα δέντρα ή σε κοιλότητες των βράχων. Η διατροφή τους αποτελείται κυρίως από καρπούς, σπέρματα και άλλα φυτικά τμήματα, ενώ ορισμένα είδη τρέφονται με νέκταρ λουλουδιών.
Το θηλυκό γεννάει συνήθως 2-4 (8 στα μικρότερα είδη) άσπρα και σχετικά μικρά αβγά. Η επώαση γίνεται είτε μόνο από το θηλυκό είτε και από τους δύο γονείς. Τα μικρά γεννιούνται τελείως αβοήθητα, εξαρτώμενα πλήρως από τη γονική φροντίδα.
Χάρη στην ωραία τους εμφάνιση, στην κοινωνικότητά τους και στην ικανότητά τους να μιμούνται και να επαναλαμβάνουν διάφορους ήχους, οι π. είναι ιδιαίτερα δημοφιλή ζώα και έχουν εξημερωθεί ευρύτατα από την αρχαιότητα. Έχει διαπιστωθεί ότι σε αιχμαλωσία ορισμένα είδη π. μπορούν να ζήσουν πάνω από 70 χρόνια.
Οι π. υφίστανται ακόμα και σήμερα αμείλικτο κυνήγι· επιπλέον, κάθε χρόνο χιλιάδες π. αιχμαλωτίζονται, είτε νόμιμα είτε παράνομα, για να μεταφερθούν στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική και πολλοί από αυτούς δεν επιζούν στο ταξίδι.
Για τους λόγους αυτούς, αλλά και εξαιτίας της καταστροφής του ενδιαιτήματός τους, αρκετά είδη π. απειλούνται με εξαφάνιση. Ορισμένες φορές οι π. εμφανίζουν μια λοιμώδη νόσο, την ψιττάκωση, η οποία μπορεί να μεταδοθεί και στον άνθρωπο αλλά πλέον είναι εύκολα ιάσιμη. Από τα πολυάριθμα είδη π., αναφέρονται εδώ τα πιο γνωστά για το εντυπωσιακό τους φτέρωμα ή τις χαρακτηριστικές συνήθειές τους.
Το γένος Ara περιλαμβάνει τους μεγαλύτερους σε μέγεθος π. οι οποίοι χαρακτηρίζονται από μεγάλου μήκους ουρά και από ιδιαίτερα όμορφο φτέρωμα.
✔ αραουράνα (ara)
Οι αραραούνα (ara), διάφορα είδη των οποίων ζουν στην Παραγουάη και στο νότιο Μεξικό, διακρίνονται από τους άλλους ψιττακίδες όσον αφορά τις διαστάσεις τους –μερικοί έχουν συνολικό μήκος περίπου 1 μ.– και τα χτυπητά τους χρώματα.
αρά η αραουράνα (ara ararauna)
αρά μακάο (ara macao)
Οι αραραούνα (ara), διάφορα είδη των οποίων ζουν στην Παραγουάη και στο νότιο Μεξικό, διακρίνονται από τους άλλους ψιττακίδες όσον αφορά τις διαστάσεις τους –μερικοί έχουν συνολικό μήκος περίπου 1 μ.– και τα χτυπητά τους χρώματα.
αρά η αραουράνα (ara ararauna)
αρά μακάο (ara macao)
Άλλο χαρακτηριστικό γένος π. είναι το Κακατούα (Cacatua), το οποίο περιλαμβάνει είδη διαδεδομένα στην Αυστραλία, στην Ινδονησία και στις Φιλιππίνες· οι π. αυτοί χαρακτηρίζονται από ένα εντυπωσιακό λοφίο φτερών στο κεφάλι το οποίο μπορούν να ανορθώνουν σαν βεντάλια και από ένα ισχυρό και γαμψό, πλευρικά πεπιεσμένο ράμφος.
✔ Cacatua leadbeateri
Το είδος Cacatua leadbeateri, που συναντάται στις ξηρές και ημίξηρες περιοχές της ηπειρωτικής Αυστραλίας, έχει συνολικό μήκος 40 εκ. και εκτιμάται περισσότερο από όλους τους κ. για τους όμορφους χρωματισμούς του. Το φτέρωμά του είναι λευκό, ρόδινο στον λαιμό και στην κοιλιά, ενώ το λοφίο του, όταν είναι ανορθωμένο, εμφανίζει μια ζωηρή κόκκινη-κίτρινη ταινία.
✔ Cacatua galerita
Γνωστός είναι και ο λευκός κ. του είδους Cacatua galerita, που φέρει ολόλευκο φτέρωμα και κίτρινο λοφίο.
✔ Cacatua leadbeateri
Το είδος Cacatua leadbeateri, που συναντάται στις ξηρές και ημίξηρες περιοχές της ηπειρωτικής Αυστραλίας, έχει συνολικό μήκος 40 εκ. και εκτιμάται περισσότερο από όλους τους κ. για τους όμορφους χρωματισμούς του. Το φτέρωμά του είναι λευκό, ρόδινο στον λαιμό και στην κοιλιά, ενώ το λοφίο του, όταν είναι ανορθωμένο, εμφανίζει μια ζωηρή κόκκινη-κίτρινη ταινία.
✔ Cacatua galerita
Γνωστός είναι και ο λευκός κ. του είδους Cacatua galerita, που φέρει ολόλευκο φτέρωμα και κίτρινο λοφίο.
✔ ψιττακός ο ερίθακος (psittacus erithacus)
Ένα από τα ιδιαίτερα εντυπωσιακά είδη είναι το Psittacus erithacus, ο αφρικανικός γκρίζος π., ο οποίος είναι γνωστός για την εξαιρετική ικανότητά του να μιμείται ανθρώπινες φωνές όταν βρίσκεται σε αιχμαλωσία· θεωρείται ότι μπορεί να μάθει πάνω από 5.000 λέξεις. Στο φυσικό του περιβάλλον έχει παρατηρηθεί ότι μιμείται τις φωνές άλλων πουλιών.
Αφρικανικός είναι και ο τεφρόχρους π. ή ψιττακός ο ερίθακος (psittacus erithacus), του οποίου είναι γνωστά διάφορα υποείδη, διαδεδομένα από τη Σιέρα Λεόνε και την Αγκόλα έως την Ταγκανίκα και την Κένυα. Λέγεται ότι το πουλί αυτό μαθαίνει να μιλά καλύτερα από τους άλλους π.
Ένα από τα ιδιαίτερα εντυπωσιακά είδη είναι το Psittacus erithacus, ο αφρικανικός γκρίζος π., ο οποίος είναι γνωστός για την εξαιρετική ικανότητά του να μιμείται ανθρώπινες φωνές όταν βρίσκεται σε αιχμαλωσία· θεωρείται ότι μπορεί να μάθει πάνω από 5.000 λέξεις. Στο φυσικό του περιβάλλον έχει παρατηρηθεί ότι μιμείται τις φωνές άλλων πουλιών.
Αφρικανικός είναι και ο τεφρόχρους π. ή ψιττακός ο ερίθακος (psittacus erithacus), του οποίου είναι γνωστά διάφορα υποείδη, διαδεδομένα από τη Σιέρα Λεόνε και την Αγκόλα έως την Ταγκανίκα και την Κένυα. Λέγεται ότι το πουλί αυτό μαθαίνει να μιλά καλύτερα από τους άλλους π.
Ένα άλλο ιδιαίτερο είδος π. είναι το Pezoporus wallicus το οποίο ζει κυρίως στην Αυστραλία και στην Τασμανία και, όπως μαρτυράει το όνομά του, δεν είναι δενδρόβιο, αλλά περπατάει στο έδαφος.
✔ πεζοπόρος παπαγάλος (Pezoporus wallicus)
Εκτός από τους διάφορους κακατούα, διαδεδομένους στην Αυστραλία, στην Ινδονησία, στη Νέα Γουινέα, ζει και στην Τασμανία, ο πεζοπόρος π. ή π. των ελών (Pezoporus wallicus), που, όπως μαρτυρούν και τα ονόματά του, δεν είναι δενδρόβιος και συχνάζει κατά προτίμηση στις υγρές ζώνες· διαφέρει από τους περισσότερους άλλους π., γιατί ζει πολύ μοναχική ζωή.
Έχει μήκος περίπου 35 εκ., μακριά δάχτυλα και ταρσούς, προσαρμοσμένα για τη βάδιση στο έδαφος, ενώ αναζητά την τροφή του τις νυχτερινές ώρες.
Διαφέρει από τους περισσότερους άλλους π. γιατί ζει πολύ μοναχική ζωή.
✔ πεζοπόρος παπαγάλος (Pezoporus wallicus)
Εκτός από τους διάφορους κακατούα, διαδεδομένους στην Αυστραλία, στην Ινδονησία, στη Νέα Γουινέα, ζει και στην Τασμανία, ο πεζοπόρος π. ή π. των ελών (Pezoporus wallicus), που, όπως μαρτυρούν και τα ονόματά του, δεν είναι δενδρόβιος και συχνάζει κατά προτίμηση στις υγρές ζώνες· διαφέρει από τους περισσότερους άλλους π., γιατί ζει πολύ μοναχική ζωή.
Έχει μήκος περίπου 35 εκ., μακριά δάχτυλα και ταρσούς, προσαρμοσμένα για τη βάδιση στο έδαφος, ενώ αναζητά την τροφή του τις νυχτερινές ώρες.
Διαφέρει από τους περισσότερους άλλους π. γιατί ζει πολύ μοναχική ζωή.
✔ Κακάπο (Strigops habroptilus)
Ένα επίσης εντυπωσιακό είδος είναι το Strigops habroptilus (κοινώς, κακάπο), ενδημικό της Νέας Ζηλανδίας· ο π. αυτός είναι νυκτόβιος, δεν έχει ικανότητα πτήσης, είναι ο βαρύτερος π. που υπάρχει (ζυγίζει πάνω από 2 κιλά) και πιθανότατα αποτελεί το πλέον μακρόβιο πτηνό στον κόσμο.
Ένα επίσης εντυπωσιακό είδος είναι το Strigops habroptilus (κοινώς, κακάπο), ενδημικό της Νέας Ζηλανδίας· ο π. αυτός είναι νυκτόβιος, δεν έχει ικανότητα πτήσης, είναι ο βαρύτερος π. που υπάρχει (ζυγίζει πάνω από 2 κιλά) και πιθανότατα αποτελεί το πλέον μακρόβιο πτηνό στον κόσμο.
Στη Νότια Αμερική, κυρίως στη λεκάνη του Αμαζονίου, είναι διαδεδομένα τα είδη που ανήκουν στο γένος Amazona, στο φτέρωμα των οποίων επικρατεί το πράσινο χρώμα.
✔ γένος αμαζόνιος (Amazona)
Από τη Νότια Αμερική κατάγονται και είναι διαδεδομένα, προπάντων στη λεκάνη του Αμαζόνιου, τα είδη που ανήκουν στο γένος αμαζόνιος (Amazona), μήκους περίπου 40 εκ., στο φτέρωμα των οποίων επικρατεί το πράσινο χρώμα.
Πρόκειται για ιδιαίτερα παιχνιδιάρικα ζώα τα οποία χαρακτηρίζονται από τις ιδιαίτερες μιμητικές ικανότητες της φωνής τους και την επιδεξιότητα των ποδιών τους· πολλά είδη του γένους είναι γνωστά κατοικίδια ζώα.
✔ γένος αμαζόνιος (Amazona)
Από τη Νότια Αμερική κατάγονται και είναι διαδεδομένα, προπάντων στη λεκάνη του Αμαζόνιου, τα είδη που ανήκουν στο γένος αμαζόνιος (Amazona), μήκους περίπου 40 εκ., στο φτέρωμα των οποίων επικρατεί το πράσινο χρώμα.
Πρόκειται για ιδιαίτερα παιχνιδιάρικα ζώα τα οποία χαρακτηρίζονται από τις ιδιαίτερες μιμητικές ικανότητες της φωνής τους και την επιδεξιότητα των ποδιών τους· πολλά είδη του γένους είναι γνωστά κατοικίδια ζώα.
✔ γένος (Poicephalus)
Στην Αφρική αντιπροσωπεύεται ευρύτατα το γένος Poicephalus, που περιλαμβάνει είδη με όμορφο φτέρωμα και ποικιλία μεγεθών, τα οποία είναι κατάλληλα για κατοικίδια.
Στην Αφρική αντιπροσωπεύεται ευρύτατα το γένος Poicephalus, που περιλαμβάνει είδη με όμορφο φτέρωμα και ποικιλία μεγεθών, τα οποία είναι κατάλληλα για κατοικίδια.
✔ λορίκουλος (loriculus vernalis)
Σε εκτεταμένες περιοχές της νοτιοανατολικής Ασίας είναι διαδεδομένος ο λορίκουλος (loriculus vernalis), με πολύχρωμο φτέρωμα, στο οποίο επικρατεί το πράσινο στο επάνω μέρος και το γαλάζιο στον λαιμό και στην κάτω όψη των πτερύγων και της ουράς.
Σε εκτεταμένες περιοχές της νοτιοανατολικής Ασίας είναι διαδεδομένος ο λορίκουλος (loriculus vernalis), με πολύχρωμο φτέρωμα, στο οποίο επικρατεί το πράσινο στο επάνω μέρος και το γαλάζιο στον λαιμό και στην κάτω όψη των πτερύγων και της ουράς.
✔ αγαπόρνις ο ερυθρόλαιμος (agapornis roseicollis)
Από τους πιο γνωστούς και προσφιλείς π. είναι τα είδη του γένους Agapornis (αγγλική κοινή ονομασία: lovebirds, που συνδέεται με την ελληνογενή επίσημη ονομασία του γένους).
Πρόκειται για ιθαγενή πτηνά της Αφρικής και της Μαδαγασκάρης, μικρού μεγέθους (13-17 εκ.) με κοντή ουρά.
Το κύριο χαρακτηριστικό τους, στο οποίο οφείλεται και η ονομασία τους, είναι η τρυφερή και στοργική τους φύση· σχηματίζουν ζευγάρια τα οποία μπορεί να μείνουν μαζί για όλη τη διάρκεια της ζωής τους.
Ένα από τα πιο γνωστά είδη είναι το Αgapornis roseicollis, το οποίο και συναντάται συχνότερα ως κατοικίδιο.
Από τους πιο γνωστούς και προσφιλείς π. είναι τα είδη του γένους Agapornis (αγγλική κοινή ονομασία: lovebirds, που συνδέεται με την ελληνογενή επίσημη ονομασία του γένους).
Πρόκειται για ιθαγενή πτηνά της Αφρικής και της Μαδαγασκάρης, μικρού μεγέθους (13-17 εκ.) με κοντή ουρά.
Το κύριο χαρακτηριστικό τους, στο οποίο οφείλεται και η ονομασία τους, είναι η τρυφερή και στοργική τους φύση· σχηματίζουν ζευγάρια τα οποία μπορεί να μείνουν μαζί για όλη τη διάρκεια της ζωής τους.
Ένα από τα πιο γνωστά είδη είναι το Αgapornis roseicollis, το οποίο και συναντάται συχνότερα ως κατοικίδιο.
✔ Παπαγάλος μοναχός (Myiopsitta monachus)
Κοινό στη Νότια Αμερική είναι το είδος Myiopsitta monachus, γνωστό με την κοινή ονομασία μοναχός.
Έχει συνολικό μήκος περίπου 30 εκ. και παρουσιάζει ασυνήθιστη αντοχή σε κρύα κλίματα. Ζει εύκολα στην αιχμαλωσία και είναι γνωστός για τον ζωηρό χαρακτήρα του και τις ιδιαίτερες λεκτικές του ικανότητες.
Ο μικρός π. Conuropsis carolinensis, πολύ διαδεδομένος άλλοτε στις ανατολικές περιοχές των ΗΠΑ (ιδιαίτερα στην Καρολίνα), σήμερα έχει εκλείψει για μια σειρά από λόγους, όπως η καταστροφή του ενδιαιτήματός του, η αιχμαλωσία του για κατοικίδιο ζώο, αλλά και το εκτεταμένο κυνήγι του από τους ντόπιους λόγω της ζημιάς που προξενούσε στις καλλιέργειες.Κοινό στη Νότια Αμερική είναι το είδος Myiopsitta monachus, γνωστό με την κοινή ονομασία μοναχός.
Έχει συνολικό μήκος περίπου 30 εκ. και παρουσιάζει ασυνήθιστη αντοχή σε κρύα κλίματα. Ζει εύκολα στην αιχμαλωσία και είναι γνωστός για τον ζωηρό χαρακτήρα του και τις ιδιαίτερες λεκτικές του ικανότητες.
✔ Melopsittacus undulatus
Το είδος Melopsittacus undulatus, που κατάγεται από την Αυστραλία, αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά και διαδεδομένα είδη κατοικίδιων π. Το μέγεθός του φτάνει τα 20 εκ., από τα οποία τα μισά καταλαμβάνει η ουρά. Έχει μαλακό φτέρωμα με ωραίους χρωματισμούς, στους οποίους κυριαρχεί το κίτρινο και το πράσινο· σκούρες κυματοειδείς γραμμές διασχίζουν το κιτρινοπράσινο φτέρωμα των ανώτερων μερών του σώματός του.
Η ουρά του είναι μπλε και το πρόσωπό του κίτρινο. Ζει ομαδικά σχηματίζοντας μικρά ή μεγάλα σμήνη, τρέφεται με σπόρους και κατασκευάζει τη φωλιά του σε τρύπες δέντρων.
Έξυπνος, ζωηρός και κοινωνικότατος, ο π. αυτός προσαρμόζεται εύκολα στην αιχμαλωσία· μπορεί να επαναλάβει μερικές λέξεις και μαθαίνει να σφυρίζει σύντομες μελωδίες.
Με κατάλληλη επιλογή, οι διάφοροι εκτροφείς δημιούργησαν φυλές με πολύ διαφορετικά χρώματα από εκείνα που επικρατούσαν στο αρχικό είδος.
Το είδος αυτό, όπως και άλλοι μικρόσωμοι π., οι οποίοι ανήκουν κυρίως στο γένος Psittacula, είναι γνωστοί και ως παπαγαλάκια.
Το είδος Melopsittacus undulatus, που κατάγεται από την Αυστραλία, αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά και διαδεδομένα είδη κατοικίδιων π. Το μέγεθός του φτάνει τα 20 εκ., από τα οποία τα μισά καταλαμβάνει η ουρά. Έχει μαλακό φτέρωμα με ωραίους χρωματισμούς, στους οποίους κυριαρχεί το κίτρινο και το πράσινο· σκούρες κυματοειδείς γραμμές διασχίζουν το κιτρινοπράσινο φτέρωμα των ανώτερων μερών του σώματός του.
Η ουρά του είναι μπλε και το πρόσωπό του κίτρινο. Ζει ομαδικά σχηματίζοντας μικρά ή μεγάλα σμήνη, τρέφεται με σπόρους και κατασκευάζει τη φωλιά του σε τρύπες δέντρων.
Έξυπνος, ζωηρός και κοινωνικότατος, ο π. αυτός προσαρμόζεται εύκολα στην αιχμαλωσία· μπορεί να επαναλάβει μερικές λέξεις και μαθαίνει να σφυρίζει σύντομες μελωδίες.
Με κατάλληλη επιλογή, οι διάφοροι εκτροφείς δημιούργησαν φυλές με πολύ διαφορετικά χρώματα από εκείνα που επικρατούσαν στο αρχικό είδος.
Το είδος αυτό, όπως και άλλοι μικρόσωμοι π., οι οποίοι ανήκουν κυρίως στο γένος Psittacula, είναι γνωστοί και ως παπαγαλάκια.
Ετικέτες:
Ψιττακομόρφα
Ευχαριστούμε που διαβάσατε την ανάρτηση Ψιττακόμορφα