Κισσόκουκος - Ορνιθοπανίδα Κισσόκουκος

Κισσόκουκος

Κισσόκουκος, κοκκυστής ο βαλανοφάγος (Clamator glandarius)
Ο Κισσόκουκος είναι ένα σπάνιο είδος, συγγενικό με τον κοινό κούκο. Εντυπωσιακός στην εμφάνισή του λόγω του χαρακτηριστικού του λοφίου. Παρασιτικό πουλί που αφήνει τα αυγά του στη φωλιά άλλων πουλιών.
Είναι ελαφρώς μεγαλύτερος από τον Κούκο τον κοινό και φτάνει τα 40 εκατοστά μήκος, και διαφέρει στον χρωματισμό του φτερώματός του. Έχει ασημόγκριζη κορώνα με χαρακτηριστικό λοφίο, γκρίζα φτερά με λευκά στίγματα, ενώ ο λαιμός και το στήθος είναι μπέζ, η κοιλιά είναι λευκή και τα πόδια σκουρόχρωμα.

Οικογένεια: Κοκκυγίδες (Cuculidae)





Δείχνει προτίμηση σε δάση βελανιδιών, σε ελαιώνες και θαμνώδεις πεδιάδες με μεμονωμένα δέντρα.
Ζεί σε κοπάδια και έχει παρασιτική συμπεριφορά αναπαραγωγής, όπως ο Κούκος ο κοινός, δείχνοντας προτίμηση στις φωλιές από Καρακάξες.
Συγκαταλέγεται στους πρώτους καλοκαιρινούς επισκέπτες της Ελλάδας και θεωρείται από τον λαό ο οδηγός των Τρυγονιών.

Οι ιδιαιτερότητες γύρω από το φώλιασμα και το μονότονο κελάηδημά του, τον έχουν καταστήσει πρωταγωνιστή πληθώρας τραγουδιών, παιχνιδιών, λαϊκών παραδόσεων και παροιμιών. Ονομάζεται και Καλοχρονιά.
Παρασιτική συμπεριφορά αναπαραγωγής
Λέγεται πως ο κ. ζει παρασιτικά σε βάρος άλλων πουλιών, γιατί δεν φτιάχνει δική του φωλιά, αλλά το θηλυκό αφήνει το μοναδικό αβγό του στη φωλιά άλλων στρουθιομόρφων εντομοφάγων (όπως είναι ο κοκκινοστήθης, η καλογρίτσα κλπ.) ή σαρκοφάγων πουλιών.
Εάν η φωλιά είναι αρκετά μεγάλη, τοποθετεί απευθείας εκεί το αβγό του και αφαιρεί κατόπιν με το ράμφος του ένα από τα αβγά του ξενιστή, για να μείνει αμετάβλητος ο συνολικός αριθμός των αβγών· εάν, αντίθετα, η φωλιά είναι μικρή, ο κ. αφήνει πρώτα το δικό του αβγό στη γη, παίρνει έπειτα με το ράμφος του ένα από τη φωλιά του ξενιστή και στη θέση του τοποθετεί το δικό του.
Γενικά, το θηλυκό του κ. γεννά μονάχα ένα αβγό για κάθε φωλιά, αλλά 8-25 συνολικά κατά τη διάρκεια της περιόδου.
Το αβγό του κ. μοιάζει πολλές φορές με το αβγό του ξενιστή, αλλά είναι πιο μεγάλο και εκκολάπτεται πριν ή και συγχρόνως με τα άλλα.
Το νεογέννητο είναι τυφλό και χωρίς πούπουλα, αλλά αναπτύσσεται πιο γρήγορα από τους νεοσσούς του ξενιστή, τους οποίους τελικά πετάει έξω από τη φωλιά για να εξασφαλίσει περισσότερη τροφή.
Μερικά είδη που ζουν στην Αμερική συναθροίζονται και φτιάχνουν από κοινού μια φωλιά, όπου τοποθετούν τα αβγά τους και τα κλωσούν χωρίς διάκριση όλα τα θηλυκά.
Η παρασιτική συμπεριφορά του κούκου παρατηρήθηκε και περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Αριστοτέλη.
Η οικογένεια Κοκκυγίδες (Cuculidae) αποτελείται από τα εξής είδη:
Kούκος (Cuculus canorus)
Κισσόκουκος (Clamator glandarius)
Πρασινόκουκος (Chrysococcyx caprius)
Ετικέτες: Κοκκυγόμορφα

Ευχαριστούμε που διαβάσατε την ανάρτηση Κισσόκουκος

Back To Top