Κοκκυγίδες (Cuculidae)
Οι Κοκκυγίδες είναι κυρίως μεσαίου μεγέθους πουλιά, τα μικρότερα είδη φθάνουν σε μήκος τα 14 εκατοστά, ενώ τα μεγαλύτερα μαζί με την ουρά τα 70 εκατοστά. Εχουν μακριές στρογγυλεμένες ουρές. Οι Κοκκυγίδες είναι ζυγοδάχτυλα είδη, δηλαδή έχει δυο δάχτυλα μπροστά και δύο πίσω, το πρώτο και το τέταρτο δάχτυλο των ποδιών έχει κατεύθυνση προς τα πίσω και το δεύτερο και τρίτο προς τα εμπρός. Το ράμφος είναι συνήθως μικρό και λεπτό. Τα περισσότερα είδη Κοκκυγίδων έχουν απλούς χρωματισμούς συνήθως γκρί, καφέ ή λαδί, συνήθως με απλές ρίγες και στίγματα. Μερικά είδη έχουν γυαλιστερό μεταλλικό μαύρο χρωματισμό. Τα πολύχρωμα φανταχτερά χρώματα σπανίζουν. Τα φύλα συχνά διαφέρουν σημαντικά ως προς το μέγεθος και το βάρος. Το κάλεσμα του κούκου αποτελείται από επαναλαμβανόμενους μονότονους ήχους.
Περιλαμβάνει περίπου 140 είδη, εκ των οποίων περισσότερα από 50 είδη είναι παρασιτικά.
Τα είδη που ζουν στα δέντρα έχουν κοντά πόδια, ενώ εκείνα που ζουν στο έδαφος, μακριά· τα τελευταία κατασκευάζουν φωλιές στο έδαφος και ανατρέφουν τα νεογνά τους, σε αντίθεση με τα δενδρόβια είδη, όπως οι κούκοι, που εγκαταλείπουν τα αβγά τους στις φωλιές άλλων πουλιών.
Γενικά, το θηλυκό του κ. γεννά μονάχα ένα αβγό για κάθε φωλιά, αλλά 8-25 συνολικά κατά τη διάρκεια της περιόδου.
Το αβγό του κ. μοιάζει πολλές φορές με το αβγό του ξενιστή, αλλά είναι πιο μεγάλο και εκκολάπτεται πριν ή και συγχρόνως με τα άλλα. Το νεογέννητο είναι τυφλό και χωρίς πούπουλα, αλλά αναπτύσσεται πιο γρήγορα από τους νεοσσούς του ξενιστή, τους οποίους τελικά πετάει έξω από τη φωλιά για να εξασφαλίσει περισσότερη τροφή.
Μερικά είδη που ζουν στην Αμερική συναθροίζονται και φτιάχνουν από κοινού μια φωλιά, όπου τοποθετούν τα αβγά τους και τα κλωσούν χωρίς διάκριση όλα τα θηλυκά. Άλλα είδη κ. κάνουν ζωή παρασιτική μόνο συμπτωματικά.
Οι Κοκκυγίδες είναι κυρίως μεσαίου μεγέθους πουλιά, τα μικρότερα είδη φθάνουν σε μήκος τα 14 εκατοστά, ενώ τα μεγαλύτερα μαζί με την ουρά τα 70 εκατοστά. Εχουν μακριές στρογγυλεμένες ουρές. Οι Κοκκυγίδες είναι ζυγοδάχτυλα είδη, δηλαδή έχει δυο δάχτυλα μπροστά και δύο πίσω, το πρώτο και το τέταρτο δάχτυλο των ποδιών έχει κατεύθυνση προς τα πίσω και το δεύτερο και τρίτο προς τα εμπρός. Το ράμφος είναι συνήθως μικρό και λεπτό. Τα περισσότερα είδη Κοκκυγίδων έχουν απλούς χρωματισμούς συνήθως γκρί, καφέ ή λαδί, συνήθως με απλές ρίγες και στίγματα. Μερικά είδη έχουν γυαλιστερό μεταλλικό μαύρο χρωματισμό. Τα πολύχρωμα φανταχτερά χρώματα σπανίζουν. Τα φύλα συχνά διαφέρουν σημαντικά ως προς το μέγεθος και το βάρος. Το κάλεσμα του κούκου αποτελείται από επαναλαμβανόμενους μονότονους ήχους.
Κοκκυγόμορφα
Μουσοφαγίδες
Κροτοφάγος
Γεωκόκκυγας
Ευδύναμις
Φοινικοφαής
Οπισθοκομίδες
Κούα
Κοκκυγίδες
Kούκος
Κισσόκουκος
Πρασινόκουκος
Οι Κοκκυγίδες συναντούνται σε όλο τον κόσμο με εξαίρεση την Ανταρκτική, τη ζώνη της τούνδρας, τις ερήμους της βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής και πολλών ωκεάνιων νησιών. Προτιμώμενο ενδιαίτημα τους είναι τα δάση και οι θαμνώδεις εκτάσεις. Οι περισσότεροι κούκοι τρέφονται με έντομα και τις προνύμφες τους, σκαθάρια και κάμπιες. Μερικά είδη τρώνε και διάφορα φρούτα. Μουσοφαγίδες
Κροτοφάγος
Γεωκόκκυγας
Ευδύναμις
Φοινικοφαής
Οπισθοκομίδες
Κούα
Κοκκυγίδες
Kούκος
Κισσόκουκος
Πρασινόκουκος
Περιλαμβάνει περίπου 140 είδη, εκ των οποίων περισσότερα από 50 είδη είναι παρασιτικά.
Τα είδη που ζουν στα δέντρα έχουν κοντά πόδια, ενώ εκείνα που ζουν στο έδαφος, μακριά· τα τελευταία κατασκευάζουν φωλιές στο έδαφος και ανατρέφουν τα νεογνά τους, σε αντίθεση με τα δενδρόβια είδη, όπως οι κούκοι, που εγκαταλείπουν τα αβγά τους στις φωλιές άλλων πουλιών.
Κοκκυγόμορφα
τάξη νεόγναθων πτηνών που περιλαμβάνει δύο σαφώς διακρινόμενες οικογένειες, την οικογένεια τού κούκου cuculidae και την οικογένεια τού τουράκο musophagidae.
ΕΤΥΜΟΛ. κόκκυξ, -υγος + -μορφα (ουδ. πληθ. τού -μορφος, μορφή). Η λ. είναι απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, αγγλ. cuculiformes.
αναρριχητικά πτηνά
Τάξη πτηνών, σύμφωνα με το παλαιό σύστημα ταξινόμησης, με μόνο κοινό χαρακτηριστικό τον σχηματισμό των δαχτύλων, από τα οποία τα δύο διευθύνονται προς τα εμπρός και τα δύο προς τα πίσω. Αυτό τους επιτρέπει να πιάνονται από τα κλαδιά των δέντρων και να αναρριχώνται με ευκολία.
Οι νεότεροι ζωολόγοι διαχώρισαν την τάξη σε τρεις διαφορετικές τάξεις:
τα κοκκυγόμορφα, τα ψιττακόμορφα και τα δρυοκολαπτόμορφα.
Εάν η φωλιά είναι αρκετά μεγάλη, τοποθετεί απευθείας εκεί το αβγό του και αφαιρεί κατόπιν με το ράμφος του ένα από τα αβγά του ξενιστή, για να μείνει αμετάβλητος ο συνολικός αριθμός των αβγών· εάν, αντίθετα, η φωλιά είναι μικρή, ο κ. αφήνει πρώτα το δικό του αβγό στη γη, παίρνει έπειτα με το ράμφος του ένα από τη φωλιά του ξενιστή και στη θέση του τοποθετεί το δικό του. τάξη νεόγναθων πτηνών που περιλαμβάνει δύο σαφώς διακρινόμενες οικογένειες, την οικογένεια τού κούκου cuculidae και την οικογένεια τού τουράκο musophagidae.
ΕΤΥΜΟΛ. κόκκυξ, -υγος + -μορφα (ουδ. πληθ. τού -μορφος, μορφή). Η λ. είναι απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, αγγλ. cuculiformes.
αναρριχητικά πτηνά
Τάξη πτηνών, σύμφωνα με το παλαιό σύστημα ταξινόμησης, με μόνο κοινό χαρακτηριστικό τον σχηματισμό των δαχτύλων, από τα οποία τα δύο διευθύνονται προς τα εμπρός και τα δύο προς τα πίσω. Αυτό τους επιτρέπει να πιάνονται από τα κλαδιά των δέντρων και να αναρριχώνται με ευκολία.
Οι νεότεροι ζωολόγοι διαχώρισαν την τάξη σε τρεις διαφορετικές τάξεις:
τα κοκκυγόμορφα, τα ψιττακόμορφα και τα δρυοκολαπτόμορφα.
Γενικά, το θηλυκό του κ. γεννά μονάχα ένα αβγό για κάθε φωλιά, αλλά 8-25 συνολικά κατά τη διάρκεια της περιόδου.
Το αβγό του κ. μοιάζει πολλές φορές με το αβγό του ξενιστή, αλλά είναι πιο μεγάλο και εκκολάπτεται πριν ή και συγχρόνως με τα άλλα. Το νεογέννητο είναι τυφλό και χωρίς πούπουλα, αλλά αναπτύσσεται πιο γρήγορα από τους νεοσσούς του ξενιστή, τους οποίους τελικά πετάει έξω από τη φωλιά για να εξασφαλίσει περισσότερη τροφή.
Μερικά είδη που ζουν στην Αμερική συναθροίζονται και φτιάχνουν από κοινού μια φωλιά, όπου τοποθετούν τα αβγά τους και τα κλωσούν χωρίς διάκριση όλα τα θηλυκά. Άλλα είδη κ. κάνουν ζωή παρασιτική μόνο συμπτωματικά.
Το οστάριο της κατώτερης μοίρας της σπονδυλικής μας στήλης ονομάζεται κόκκυγας, από την ομοιότητα του οστού με το ράμφος του κούκου.
Η συνήθεια του Κούκου να κάθεται μόνος του, προτιμώντας ψηλά σημεία καθώς και το γεγονός ότι δεν έχει δική του φωλιά, συνετέλεσαν ώστε το όνομά του να συνδέεται με τη μοναξιά και την ερημιά. Εξ ου και οι χαρακτηριστικές εκφράσεις: «Απόμεινε σαν κούκος» και «Έμεινε στο σπίτι σαν τον κούκο».
Η συνήθεια του Κούκου να κάθεται μόνος του, προτιμώντας ψηλά σημεία καθώς και το γεγονός ότι δεν έχει δική του φωλιά, συνετέλεσαν ώστε το όνομά του να συνδέεται με τη μοναξιά και την ερημιά. Εξ ου και οι χαρακτηριστικές εκφράσεις: «Απόμεινε σαν κούκος» και «Έμεινε στο σπίτι σαν τον κούκο».
Κόκκυξ ο ωδικός, Kούκος
Κόκκυξ ο ωδικός, Kούκος (Cuculus canorus).
Ο Κούκος έχει ευρύτατη εξάπλωση σε όλο τον Παλαιό Κόσμο και στις περισσότερες περιοχές αποτελεί κοινό είδος. Είναι πλήρως μεταναστευτικό πτηνό και γενικά αναπαράγεται κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, σε όλη σχεδόν την Ευρασία, ενώ διαχειμάζει στην Αφρική και σε κάποιες ασιατικές περιοχές, ανάλογα με το υποείδος.
Στην Ελλάδα ζεί και αναπαράγεται στην κεντρική και νότια Ελλάδα και στα πεδινά της βόρειας Ελλάδας....
Κόκκυξ ο ωδικός, Kούκος (Cuculus canorus).
Ο Κούκος έχει ευρύτατη εξάπλωση σε όλο τον Παλαιό Κόσμο και στις περισσότερες περιοχές αποτελεί κοινό είδος. Είναι πλήρως μεταναστευτικό πτηνό και γενικά αναπαράγεται κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, σε όλη σχεδόν την Ευρασία, ενώ διαχειμάζει στην Αφρική και σε κάποιες ασιατικές περιοχές, ανάλογα με το υποείδος.
Στην Ελλάδα ζεί και αναπαράγεται στην κεντρική και νότια Ελλάδα και στα πεδινά της βόρειας Ελλάδας....
Κισσόκουκος
Κισσόκουκος (Clamator glandarius).
Ο Κισσόκουκος είναι ένα σπάνιο είδος, συγγενικό με τον κοινό κούκο.
Εντυπωσιακός στην εμφάνισή του λόγω του χαρακτηριστικού του λοφίου.
Παρασιτικό πουλί που αφήνει τα αυγά του στη φωλιά άλλων πουλιών...
Κισσόκουκος (Clamator glandarius).
Ο Κισσόκουκος είναι ένα σπάνιο είδος, συγγενικό με τον κοινό κούκο.
Εντυπωσιακός στην εμφάνισή του λόγω του χαρακτηριστικού του λοφίου.
Παρασιτικό πουλί που αφήνει τα αυγά του στη φωλιά άλλων πουλιών...
Πρασινόκουκος
Πρασινόκουκος (Chrysococcyx caprius). Ο Πρασινόκουκος φτάνει σε μήκος σώματος περίπου τα 20 εκατοστά.
Το πάνω μέρος του σώματος και των φτερων είναι σκούρο πράσινο χρώμα, το κάτω μέρος είναι υπόλευκο.
Οι νεοσσοί στο φτέρωμα έχουν τόνους με αποχρώσεις του καφέ.
Τα πόδια είναι σχετικά κοντά και έχουν...
Πρασινόκουκος (Chrysococcyx caprius). Ο Πρασινόκουκος φτάνει σε μήκος σώματος περίπου τα 20 εκατοστά.
Το πάνω μέρος του σώματος και των φτερων είναι σκούρο πράσινο χρώμα, το κάτω μέρος είναι υπόλευκο.
Οι νεοσσοί στο φτέρωμα έχουν τόνους με αποχρώσεις του καφέ.
Τα πόδια είναι σχετικά κοντά και έχουν...