Νεροκοτσέλα - Ορνιθοπανίδα Νεροκοτσέλα

Νεροκοτσέλα

Ράλλος ο φίλυδρος Νεροκοτσέλα (Rallus aquaticus)
Με μέγεθος 22-28εκ. αρκετά μικρότερο από τη Νερόκοτα, αναγνωρίζεται εύκολα από το μακρύ κόκκινο και κυρτό προς τα κάτω ράμφος. Το πάνω μέρος του φτερώματος είναι καστανό με μαύρα στίγματα, ενώ τα πλαϊνά του κεφαλιού, ο λαιμός και το στήθος έχουν σταχτογάλανο χρώμα. Πολύ χαρακτηριστικές είναι οι ασπρόμαυρες εγκάρσιες λωρίδες στα πλευρά. Τα πόδια της είναι μακριά όπως άλλωστε συμβαίνει με όλες τις πουλάδες. Είναι επιδημητικό είδος. Παρατηρείται σε μικρούς σχετικά αριθμούς μέσα στους καλαμώνες των ελληνικών υδροβιότοπων και στη θαμνώδη βλάστηση που αναπτύσσεται κοντά στην όχθες. Είναι πουλί που δραστηριοποιείται συνήθως τη νύχτα και αυτό καθιστά δύσκολη την παρατήρησή της.

Κατηγορία: Υδρόβια & Παρυδάτια | Οικογένεια: Rallidae (Πουλάδες)







Η Νεροκοτσέλα είναι ένα μετρίου μεγέθους πτηνό, αλλά η μεγαλύτερη από τις συγγενικές πουλάδες που, κρύβεται επισταμένα στην πυκνή βλάστηση, την οποία αποζητά ως ζωτικής σημασίας για την κάλυψή της. Πολλές φορές, καθίσταται δύσκολη η παρατήρησή της, ωστόσο είναι λιγότερο διακριτική από άλλες πουλάδες και εμφανίζεται συνήθως κατά τη διάρκεια των ωρών με λιγοστό φως (λυκαυγές, λυκόφως), αν και είναι ευκολότερο να την ακούσει κάποιος παρά να τη δει. Εμφανίζεται περισσότερο κατά τη διάρκεια κακών καιρικών συνθηκών, όταν βγαίνει από την κρυψώνα της για να αναζητήσει τροφή.
Όταν εμφανιστεί, εύκολα μπορεί να την ξεχωρίσει κάποιος από τις άλλες πουλάδες, λόγω του μακρού κοκκινωπού ράμφους της και όταν πετάει από το λευκό μέρος στην κάτω κοιλιά. Η άνω επιφάνεια του σώματός της είναι ελαιοκαφετί με μαύρες ραβδώσεις, ιδιαίτερα στους ώμους. Οι πλευρές του κεφαλιού και το κάτω μέρος μέχρι την κοιλιά είναι σκούρο γκριζομπλέ, εκτός από μία μαυριδερή περιοχή μεταξύ ράμφους και οφθαλμού και τις καφετί πλευρές στο ανώτερο στήθος. Οι πλευρές κάτω από τις πτέρυγες (flanks) είναι ραβδωτές ασπρόμαυρες, ενώ η περιοχή της κοιλιάς κάτω από την ουρά είναι λευκή, με κάποιες πιο σκουρόχρωμες ραβδώσεις.
Το μακρύ ράμφος και η ίριδα είναι κόκκινου χρώματος, και οι ταρσοί είναι σαρκόχρωμοι. Τα φύλα είναι παρόμοια, αν και τα θηλυκά είναι κατά μέσον όρο ελαφρώς μικρότερα από τα αρσενικά, με πιο λεπτό ράμφος. Ωστόσο ο καθορισμός του φύλου μόνο με μετρήσεις είναι μη αξιόπιστος. Τα νεαρά άτομα (juveniles) έχουν μαυριδερή κορυφή κεφαλιού και λευκό πηγούνι και λαιμό. Το κάτω μέρος τους είναι καφετί ή λευκό με πιο σκούρες ραβδώσεις, ενώ οι πλευρές κάτω από τις πτέρυγες είναι ραβδωτές καφετί και όχι ασπρόμαυρες. Η περιοχή κάτω από την ουρά είναι καφετί, ενώ το μάτι, το ράμφος και οι ταρσοί έχουν πιο θαμπά χρώματα από εκείνα των ενηλίκων. Το μήκος σώματος κυμαίνεται από 23-28 εκατοστά, το άνοιγμα των πτερύγων από 38-45 εκατοστά, το βάρος στο αρσενικό κυμαίνεται από 114-164 γραμμάρια, ενώ στο θηλυκό 92-107 γραμμάρια.
Αναπαραγωγή: Ανήκει στα είδη που αναπαράγονται στην Ελλάδα. Δημιουργεί τη φωλιά της πάνω από την επιφάνεια του νερού, ανάμεσα στους καλαμώνες, δίνοντας της σχήμα ρηχού πιάτου. Για υλικά κατασκευής χρησιμοποιούνται χόρτα, φύλλα και βλαστοί φυτών από το γύρω περιβάλλον. Γεννά δύο φορές το χρόνο, την περίοδο Μαΐου-Αυγούστου, 6-11 αυγά κάθε φορά.
Οι νεροκοτσέλες είναι πουλιά μονογαμικά και ιδιαίτερα εδαφικά όταν αναπαράγονται. Τα ζευγάρια σχηματίζονται με την άφιξή τους στις περιοχές ωοτοκίας, ή ενδεχομένως ακόμη και πιο πριν από την ανοιξιάτικη μετανάστευση. Σε μεγάλους υγροτόπους με καλές συνθήκες μπορεί να φωλιάζουν 20-50 μέτρα το ένα από το άλλο, ενώ ο ζωτικός χώρος ποικίλλει σε εμβαδόν, με τα 300 τμ να είναι η τυπική έκταση.
Το ζευγάρι φλερτάρει και επικοινωνεί με καλέσματα σε όλη την περίοδο της αναπαραγωγής. Το αρσενικό επιλέγει τη θέση φωλιάσματος που δείχνει στο θηλυκό, ενώ ποζάρει με ανασηκωμένα τα φτερά της ράχης και τις πτέρυγες υψωμένες σε σχήμα αψίδας, την ουρά τεντωμένη και το ράμφος κατακόρυφα να βλέπει προς το έδαφος και όλα αυτά να συνοδεύονται από δυνατές φωνές.
Η φωλιά είναι κατασκευασμένη από υλικό της παρακείμενης βλάστησης και συνήθως οικοδομείται από το αρσενικό μέσα σε μια μέρα. Είναι υπερυψωμένη κατά 15 εκατοστά περίπου, πάνω από το επίπεδο του νερού και δημιουργείται με καλάμια, συστάδες από ρίζες, πρέμνα δένδρων ή παρόμοια στήριξη, ενώ μπορεί να μεταφερθεί υψηλότερα, εάν τα νερά αρχίσουν να ανεβαίνουν. Έχει μήκος 13-16 εκατοστά και 7 εκ. ύψος, περίπου, ενώ βέβαια, είναι καλά κρυμμένη και προσεγγίζεται με προσοχή από στενές διόδους.
Η Νεροκοτσέλα ωοτοκεί 2 φορές σε κάθε αναπαραγωγική περίοδο, κατά μέσον όρο μία τον Απρίλιο και μία τον Ιούνιο. Η εποχή και το μέγεθος ωοτοκίας εξαρτάται από το υποείδος και το υψόμετρο (λιγότερα αυγά σε μεγάλα υψόμετρα), ενώ το μέγεθος μπορεί να είναι μικρότερο νωρίς ή αργά στην εποχή αναπαραγωγής.
Και οι δύο γονείς επωάζουν τα αυγά, αν και το θηλυκό έχει το μεγαλύτερο μερίδιο αυτού του καθήκοντος. Τα αυγά επωάζονται για 19-20 ημέρες (Harrison), με τουλάχιστον 87% επιτυχία, και οι φωλεόφυγοι (precocial) νεοσσοί, μπορούν να πετάξουν σε άλλες 20-30 ημέρες. Το εκάστοτε μέλος που επιτηρεί τη φωλιά, εφοδιάζεται με τροφή από τον άλλο γονέα, αν και τις περισσότερες φορές οι νεοσσοί μπορούν να ακολουθούν τους γονείς τους μετά από περίπου 5 ημέρες. Μετά την ανάπτυξη του πρώτου φτερώματος, τα νεαρά πουλιά φροντίζουν τον εαυτό τους και μπορούν να πετάξουν όταν είναι ηλικίας 7-9 εβδομάδων. Εάν μια φωλιά φαίνεται να έχει ανακαλυφθεί, το θηλυκό μπορεί να μεταφέρει τους νεοσσούς ή και τα αυγά ένα-ένα σε άλλη θέση. Τα αυγά μεταφέρονται με το ράμφος, αλλά οι νεοσσοί μπορούν να μπαίνουν κάτω από τις φτερούγες της μητέρας τους.
Στην Ελλάδα, η Νεροκοτσέλα βρίσκεται καθ’όλη τη διάρκεια του έτους, αναπαραγομένη κυρίως στην κεντρική και βόρεια χώρα, ενώ διαχειμάζει σε όλη την επικράτεια. Στην Ελλάδα απαντάται το υποείδος Rallus aquaticus aquaticus (Linnaeus, 1758).
Τροφή: Τρέφεται κυρίως με έντομα και μαλάκια που βρίσκει ψάχνοντας στο λασπώδες έδαφος και στα ρηχά νερά. Μικρά ψάρια, βατράχια και νεκρά μικρά θηλαστικά συγκαταλέγονται επίσης στις προτιμήσεις της.
Καθεστώς προστασίας: δεν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο καθεστώς προστασίας για το είδος αυτό.
Απειλές: Τα διάφορα εισηγμένα αρπακτικά αποτελούν την κυριότερη απειλή, για τους ευάλωτους πληθυσμούς των νησιών. Ιδιαίτερα το αμερικανικό βιζόν (Neovison vison) είναι υπεύθυν για σημαντικές μειώσεις στους πληθυσμούς των πτηνών στις Εβρίδες. Το βιζόν προέρχεται από εκτροφεία γουνοφόρων ζώων στο Lewis, απ 'όπου εξαπλώθηκε μέσω των άλλων νησιών. Ωστόσο έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται προγράμματα ελέγχου των πληθυσμών του σαρκοφάγου, τόσο στις Εβρίδες όσο και στην κυρίως Σκωτία, όπου υφίσταται το ίδιο πρόβλημα.
Σε τοπικό επίπεδο, η ποιότητα των ενδιαιτημάτων μπορεί να επηρεαστεί από την αποξήρανση των ελών, της κοίτης των υδρορροών και τις αστικές καταπατήσεις, ή από τη ρύπανση.
Οι νεροκοτσέλες αποτελούσαν έδεσμα για τους ανθρώπους εδώ και χιλιάδες χρόνια, με αναφορές από τους Ρωμαίους και απεικονίσεις απο τοιχογραφίες στην Πομπηία, ενώ η κατανάλωση συνεχίστηκε μέσα από το Μεσαίωνα έως τη σύγχρονη εποχή. Ωστόσο, λόγω του οικοτόπου του πουλιού και της κρυπτικής φύσης του, το κυνήγι δεν φαίνεται να είναι μια σοβαρή απειλή.

Κατηγορία: Υδρόβια & Παρυδάτια | Οικογένεια: Rallidae (Πουλάδες)
Παρόμοια είδη
Ετικέτες: Ραλλίδες

Ευχαριστούμε που διαβάσατε την ανάρτηση Νεροκοτσέλα

Back To Top