Αγριοκαναρίνι (Serinus canaria)
Το Αγριοκαναρίνι είναι ένα μικρό στρουθιόμορφο ωδικό πουλί με μήκος σώματος περίπου 12,5 έως 13,5 εκατοστά, το βάρος του σώματός του είναι περίπου 15 έως 25 γραμμάρια. Οπως και στα άλλα είδη του γένους έχει σφαιροειδές σχήμα με κοντό λαιμό και λεπτά πόδια, χαρακτηριστικό στρογγυλό κεφάλι, κοντό και κωνικό ράμφος και λαδοκίτρινο χρώμα στους γλουτούς.
Το πάνω μέρος του κεφαλιού, η πλάτη και τα πλευρά είναι λαδογκρί με σκουρόγκριζες ρίγες. Οι φτερούγες είναι γκριζόμαυρες με ανιχτό κίτρινο τα δευτερεύοντα και το κάτω μέρος του ουροπύγιου λευκό.
Κατηγορία: Σπιζίδες (Fringillidae)
Οικότοπος ενδιαίτημα: Τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού ζει και αναπαράζεται στα δυτικά και κεντρικά Κανάρια Νησιά, επίσης είναι κοινά στη Μαδέρα και στις Αζόρες.
Ο οικότοπός του κυμαίνεται από την ακτή έως 2000 μέτρα. Τα προτιμώμενα ενδιαιτήματα είναι ανοιχτές εκτάσεις και πλαγιές με λίγα δέντρα και θάμνους με επαρκή κάλυψη και τροφή. Συνήθως αποφεύγουν τις πυκνές εκτάσεις με το τοπικό είδος δάφνης, (φτάνει σε ύψος από 15 έως 25 μέτρα), αλλά προτιμούν βλάστηση με το είδος (Erica arborea).
Αναπαραγωγή: Η φωλιά χτίζεται συνήθως σε διχάλα ενός δέντρου ή και σε θάμνο, κοντά στον κορμό και σε περίπου δύο έως τρία μέτρα ύψος πάνω από το έδαφος. Η φωλιά χτίζεται από το θηλυκό, ενώ το αρσενικό την υπερασπίζεται από διάφορους εισβολείς που μπορεί να είναι και του ίδιου γένους. Το σχήμα της φωλιάς είναι καλαθόσχημο και αποτελείται κυρίως από ξηρό χόρτα, βρύα, χορτάρια και φύλλα εξωτερικά, το εσωτερικό είναι επενδεδυμένο με διάφορες τρίχες ζώων, μαλλί και πούπουλα. Κατά τη διάρκεια της ωοτοκίας το αρσενικό ταΐζει το θηλυκό. Η περίοδος επώασης διαρκεί περίπου 14 ημέρες. Σε μια αναπαραγωγική περίοδο γεννά από μία έως δύο φορές.
Το Αγριοκαναρίνι είναι ένα μικρό στρουθιόμορφο ωδικό πουλί με μήκος σώματος περίπου 12,5 έως 13,5 εκατοστά, το βάρος του σώματός του είναι περίπου 15 έως 25 γραμμάρια. Οπως και στα άλλα είδη του γένους έχει σφαιροειδές σχήμα με κοντό λαιμό και λεπτά πόδια, χαρακτηριστικό στρογγυλό κεφάλι, κοντό και κωνικό ράμφος και λαδοκίτρινο χρώμα στους γλουτούς.
Το πάνω μέρος του κεφαλιού, η πλάτη και τα πλευρά είναι λαδογκρί με σκουρόγκριζες ρίγες. Οι φτερούγες είναι γκριζόμαυρες με ανιχτό κίτρινο τα δευτερεύοντα και το κάτω μέρος του ουροπύγιου λευκό.
Κατηγορία: Σπιζίδες (Fringillidae)
Σπιζίδες
Κοκκοθραύστης
Σταυρομύτης
Σπίνος ο κοινός
Χειμωνόσπινος
Καναρίνι της Συρίας
Αγριοκαναρίνι
Μαύρο καναρίνι
Πύρρουλας
Ακανθυλίς
Σκαρθί
Λούγαρο
Φανέτο
Φλώρος
Καρδινάλιος
Το Αγριοκαναρίνι έχει σεξουαλικό διμορφισμό. Το αρσενικό έχει πιο έντονο λαδοκίτρινο χρωματισμό στο κεφάλι, το λαιμό, στο στήθος και στην κοιλιά. Το θηλυκό είναι γκρίζο στο κεφάλι, το λαιμό και το πάνω μέρος του στήθους. Στο στήθος έχει ανοιχτότερες ρίγες. Η ίριδα του ματιού είναι γκριζόμαυρη, το ράμφος και τα πόδια ανοιχτό ροζέ.Κοκκοθραύστης
Σταυρομύτης
Σπίνος ο κοινός
Χειμωνόσπινος
Καναρίνι της Συρίας
Αγριοκαναρίνι
Μαύρο καναρίνι
Πύρρουλας
Ακανθυλίς
Σκαρθί
Λούγαρο
Φανέτο
Φλώρος
Καρδινάλιος
Οικότοπος ενδιαίτημα: Τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού ζει και αναπαράζεται στα δυτικά και κεντρικά Κανάρια Νησιά, επίσης είναι κοινά στη Μαδέρα και στις Αζόρες.
Ο οικότοπός του κυμαίνεται από την ακτή έως 2000 μέτρα. Τα προτιμώμενα ενδιαιτήματα είναι ανοιχτές εκτάσεις και πλαγιές με λίγα δέντρα και θάμνους με επαρκή κάλυψη και τροφή. Συνήθως αποφεύγουν τις πυκνές εκτάσεις με το τοπικό είδος δάφνης, (φτάνει σε ύψος από 15 έως 25 μέτρα), αλλά προτιμούν βλάστηση με το είδος (Erica arborea).
Αναπαραγωγή: Η φωλιά χτίζεται συνήθως σε διχάλα ενός δέντρου ή και σε θάμνο, κοντά στον κορμό και σε περίπου δύο έως τρία μέτρα ύψος πάνω από το έδαφος. Η φωλιά χτίζεται από το θηλυκό, ενώ το αρσενικό την υπερασπίζεται από διάφορους εισβολείς που μπορεί να είναι και του ίδιου γένους. Το σχήμα της φωλιάς είναι καλαθόσχημο και αποτελείται κυρίως από ξηρό χόρτα, βρύα, χορτάρια και φύλλα εξωτερικά, το εσωτερικό είναι επενδεδυμένο με διάφορες τρίχες ζώων, μαλλί και πούπουλα. Κατά τη διάρκεια της ωοτοκίας το αρσενικό ταΐζει το θηλυκό. Η περίοδος επώασης διαρκεί περίπου 14 ημέρες. Σε μια αναπαραγωγική περίοδο γεννά από μία έως δύο φορές.
Τα καναρίνια εισήχθησαν στην Ισπανία το 1478, μετά την κατάκτηση των Κανάριων νήσων από τους Ισπανούς, οι οποίοι διατήρησαν τον έλεγχο της εμπορίας αυτών των πουλιών μέχρι τον 16ο αιώνα, πουλώντας στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες μόνο αρσενικά άτομα. Τότε, εξαιτίας ενός ναυτιλιακού ατυχήματος, ένα μεγάλο φορτίο καναρινιών δραπέτευσε και σύντομα αυτά εξαπλώθηκαν σε όλη την Ευρώπη.
Ορισμένες χώρες ειδικεύτηκαν στην εκτροφή καναρινιών για το τραγούδι τους (π.χ. καναρίνι του Χαρτς στη Γερμανία), ενώ άλλες για το χρώμα τους (π.χ. Αγγλία, Γαλλία).
Το άγριο καναρίνι έχει φτέρωμα σχεδόν εντελώς πράσινο, με γκρίζες ραβδώσεις και κίτρινες αποχρώσεις στο κεφάλι και στη ράχη.
Ζευγαρώνει εύκολα με την καρδερίνα, το σκαρθί και το φλυτζούνι. Από τις διασταυρώσεις αυτές προκύπτουν πουλιά με ωραιότατο φτέρωμα, αλλά μόνο τα υβρίδια που προέρχονται από τη διασταύρωση με το φλυτζούνι και το σκαρθί είναι γόνιμα. To καναρίνι, πουλί ωδικό, έχει την ικανότητα να απομνημονεύει και να επαναλαμβάνει μικρές μελωδίες που έχει αφομοιώσει λόγω της επανάληψης.
Το κίτρινο οικιακό καναρίνι προέρχεται από εκτροφή άγριων καναρινιών, που είχαν αρχίσει να εισάγονται στην Ευρώπη από το τέλος του 16ου αι.
Στα εκτρεφόμενα αυτά καναρίνια άρχισαν να παρουσιάζονται (μεταξύ 1677 και 1713) άτομα κίτρινου χρώματος, που προήλθαν από γενετικές μεταβολές.
Οι απόγονοί τους διατηρούσαν αυτό το χρώμα και στην αιχμαλωσία όπως και οι μετέπειτα γενιές, που τελικά αντικατέστησαν τα άγρια καναρίνια.
Αργότερα, οι εκτροφείς καναρινιών πέτυχαν με νέες μεταλλαγές, επιλογές και διασταυρώσεις, τις πολυάριθμες ποικιλίες που υπάρχουν σήμερα στο εμπόριο και οι οποίες διαφέρουν μεταξύ τους στον σωματότυπο, στις διαστάσεις, στα χρώματα και στο κελάδημα.
Ονομαστά για το κελάδημά τους είναι τα καναρίνια του Χαρτς (κεντρική Γερμανία).
Ένα άγριο είδος καναρινιού, τόσο όμοιο με το εξημερωμένο ώστε πολλοί μελετητές να το θεωρούν υποείδος, είναι ο Serinus canarius serinus, που έχει λαδί χρώμα στη ράχη και ζωηρό κίτρινο στο στήθος.
Το είδος αυτό είναι διαδεδομένο στην κεντρική και νότια Ευρώπη, στην Εγγύς Ανατολή και στη βόρεια Αφρική.
Ορισμένες χώρες ειδικεύτηκαν στην εκτροφή καναρινιών για το τραγούδι τους (π.χ. καναρίνι του Χαρτς στη Γερμανία), ενώ άλλες για το χρώμα τους (π.χ. Αγγλία, Γαλλία).
Το άγριο καναρίνι έχει φτέρωμα σχεδόν εντελώς πράσινο, με γκρίζες ραβδώσεις και κίτρινες αποχρώσεις στο κεφάλι και στη ράχη.
Ζευγαρώνει εύκολα με την καρδερίνα, το σκαρθί και το φλυτζούνι. Από τις διασταυρώσεις αυτές προκύπτουν πουλιά με ωραιότατο φτέρωμα, αλλά μόνο τα υβρίδια που προέρχονται από τη διασταύρωση με το φλυτζούνι και το σκαρθί είναι γόνιμα. To καναρίνι, πουλί ωδικό, έχει την ικανότητα να απομνημονεύει και να επαναλαμβάνει μικρές μελωδίες που έχει αφομοιώσει λόγω της επανάληψης.
Το κίτρινο οικιακό καναρίνι προέρχεται από εκτροφή άγριων καναρινιών, που είχαν αρχίσει να εισάγονται στην Ευρώπη από το τέλος του 16ου αι.
Στα εκτρεφόμενα αυτά καναρίνια άρχισαν να παρουσιάζονται (μεταξύ 1677 και 1713) άτομα κίτρινου χρώματος, που προήλθαν από γενετικές μεταβολές.
Οι απόγονοί τους διατηρούσαν αυτό το χρώμα και στην αιχμαλωσία όπως και οι μετέπειτα γενιές, που τελικά αντικατέστησαν τα άγρια καναρίνια.
Αργότερα, οι εκτροφείς καναρινιών πέτυχαν με νέες μεταλλαγές, επιλογές και διασταυρώσεις, τις πολυάριθμες ποικιλίες που υπάρχουν σήμερα στο εμπόριο και οι οποίες διαφέρουν μεταξύ τους στον σωματότυπο, στις διαστάσεις, στα χρώματα και στο κελάδημα.
Ονομαστά για το κελάδημά τους είναι τα καναρίνια του Χαρτς (κεντρική Γερμανία).
Ένα άγριο είδος καναρινιού, τόσο όμοιο με το εξημερωμένο ώστε πολλοί μελετητές να το θεωρούν υποείδος, είναι ο Serinus canarius serinus, που έχει λαδί χρώμα στη ράχη και ζωηρό κίτρινο στο στήθος.
Το είδος αυτό είναι διαδεδομένο στην κεντρική και νότια Ευρώπη, στην Εγγύς Ανατολή και στη βόρεια Αφρική.
Ετικέτες:
Σπιζίδες
Ευχαριστούμε που διαβάσατε την ανάρτηση Αγριοκαναρίνι