Καλαμόκιρκος, κίρκος ο χαλκόχρωμος (Circus aeruginosus)
Μεγάλου μεγέθους κίρκου. Πλατιές φτερούγες (λείπει το λευκό ουροπύγιο). Έχει περίπου το μέγεθος της Ποντικοβαρβακίνας (48-55εκ.) από την οποία όμως ξεχωρίζει εύκολα, το βάρος στο Θηλυκό κυμαίνεται από 500-800 gr. στο αρσενικό 400-650 gr, έχει άνοιγμα φτερών από 1,20-1,354 εκατοστά.
Το αρσενικό είναι καφετί με κιτρινωπό ραβδωτό κεφάλι και στήθος.
Η ουρά του είναι μακριά όπως συμβαίνει με όλους τους Κίρκους και γκρίζα.
Ιερακόμορφα | Αετίδαι, (Accipitridae) | Κίρκοι (Circus)
Παρουσιάζει φυλετικό διμορφισμό - το θηλυκό έχει αρκετά πιο σκούρο φτέρωμα με υπόλευκες αποχρώσεις στο κεφάλι και στους ώμους. Το αρσενικό είναι καφετί με κιτρινωπό ραβδωτό κεφάλι και στήθος. Η ουρά του είναι μακριά όπως συμβαίνει με όλους τους Κίρκους και γκρίζα. Επίσης γκρίζα είναι και τα δευτερεύοντα ερετικά φτερά και ένα μέρος από τα καλυπτήρια τα οποία δίνουν ένα χαρακτηριστικό χρωματικό σχεδιασμό κατά την πτήση. Τα νεαρά κρεμ κεφάλι και ώμοι. Ο καλαμόκιρκος είναι ο μεγαλύτερος σε μέγεθος και ο πιο κοινός από όλους τους κίρκους που συναντάμε στον τόπο μας.
Ολοένα και λιγότεροι Καλαμόκιρκοι απαντώνται στις μέρες μας στην Ελλάδα, όχι περισσότεροι από 80 ζευγάρια. Από τις πιο βασικές αιτίες της ελάττωσης του ελληνικού πληθυσμού αυτού του αποδημητικού αρπακτικού είναι η αποξήρανση πολλών υγροτόπων, που αποτελούν το βιότοπο του Καλαμόκιρκου. Έχει αναφερθεί, για παράδειγμα, ότι παλαιότερα το είδος αυτό φώλιαζε στη Στυμφαλία ενώ τώρα δεν αναπαράγεται πουθενά στην Πελοπόννησο. Δεν λείπουν, όμως, και τα κρούσματα λαθροθηρίας. Ο Καλαμόκιρκος απαντάται πιο συχνά κατά την ανοιξιάτικη μετανάστευση και το χειμώνα.
Αναπαραγωγή: Ο καλαμόκιρκος είναι μεταναστευτικό πουλί και αναπαράγεται σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης. Κάνει τη φωλιά του ανάμεσα στους καλαμώνες και χρησιμοποιεί για την κατασκευή της καλάμια και χόρτα από το γύρω περιβάλλον. Το θηλυκό γεννά το Μάιο 4-6 αυγά τα οποία εκκολάπτει για ένα περίπου μήνα. Η επώαση πραγματοποιείται αποκλειστικά από το θηλυκό, με το αρσενικό να την εφοδιάζει με τροφή. Οι νεοσσοί είναι έτοιμοι να πετάξουν μετά την πάροδο δύο μηνών. Ζει 17 χρόνια.
Βιότοπος: Σε έλη, τενάγη, βάλτους με καλαμιώνες, μπορεί επίσης να τον δούμε σε πολλά άλλα ανοιχτά ενδιαιτήματα, όπως γεωργικές εκτάσεις ή αμμοθίνες, δέλτα ποταμών και λιμνοθάλασσες, ιδίως όταν αυτές οι περιοχές γειτνιάζουν με έλη. Επίσης απαντάται και σε ορυζώνες. Φωλιάζει στους καλαμιώνες.
Τροφή: Τρέφεται με μικρά θηλαστικά, βατράχια, ερπετά και ψάρια που βρίσκει στις λίμνες.
Καθεστώς προστασίας:
Ι. Συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο του Κόκκινου Βιβλίου για τα απειλούμενα
σπονδυλόζωα της Ελλάδος, στην κατηγορία Τρωτά.
ΙΙ. Συμπεριλαμβάνεται στο παράρτημα Ι της Κοινοτικής Οδηγίας 79/409 του
Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διατήρηση των άγριων πουλιών.
ΙΙΙ. Συμπεριλαμβάνεται στα είδη του Παραρτήματος ΙΙ της Σύμβασης της Βέρνης για τη διατήρηση της ευρωπαϊκής άγριας ζωής και των φυσικών βιοτόπων.
Μεγάλου μεγέθους κίρκου. Πλατιές φτερούγες (λείπει το λευκό ουροπύγιο). Έχει περίπου το μέγεθος της Ποντικοβαρβακίνας (48-55εκ.) από την οποία όμως ξεχωρίζει εύκολα, το βάρος στο Θηλυκό κυμαίνεται από 500-800 gr. στο αρσενικό 400-650 gr, έχει άνοιγμα φτερών από 1,20-1,354 εκατοστά.
Το αρσενικό είναι καφετί με κιτρινωπό ραβδωτό κεφάλι και στήθος.
Η ουρά του είναι μακριά όπως συμβαίνει με όλους τους Κίρκους και γκρίζα.
Ιερακόμορφα | Αετίδαι, (Accipitridae) | Κίρκοι (Circus)
Παρουσιάζει φυλετικό διμορφισμό - το θηλυκό έχει αρκετά πιο σκούρο φτέρωμα με υπόλευκες αποχρώσεις στο κεφάλι και στους ώμους. Το αρσενικό είναι καφετί με κιτρινωπό ραβδωτό κεφάλι και στήθος. Η ουρά του είναι μακριά όπως συμβαίνει με όλους τους Κίρκους και γκρίζα. Επίσης γκρίζα είναι και τα δευτερεύοντα ερετικά φτερά και ένα μέρος από τα καλυπτήρια τα οποία δίνουν ένα χαρακτηριστικό χρωματικό σχεδιασμό κατά την πτήση. Τα νεαρά κρεμ κεφάλι και ώμοι. Ο καλαμόκιρκος είναι ο μεγαλύτερος σε μέγεθος και ο πιο κοινός από όλους τους κίρκους που συναντάμε στον τόπο μας.
Ολοένα και λιγότεροι Καλαμόκιρκοι απαντώνται στις μέρες μας στην Ελλάδα, όχι περισσότεροι από 80 ζευγάρια. Από τις πιο βασικές αιτίες της ελάττωσης του ελληνικού πληθυσμού αυτού του αποδημητικού αρπακτικού είναι η αποξήρανση πολλών υγροτόπων, που αποτελούν το βιότοπο του Καλαμόκιρκου. Έχει αναφερθεί, για παράδειγμα, ότι παλαιότερα το είδος αυτό φώλιαζε στη Στυμφαλία ενώ τώρα δεν αναπαράγεται πουθενά στην Πελοπόννησο. Δεν λείπουν, όμως, και τα κρούσματα λαθροθηρίας. Ο Καλαμόκιρκος απαντάται πιο συχνά κατά την ανοιξιάτικη μετανάστευση και το χειμώνα.
Αναπαραγωγή: Ο καλαμόκιρκος είναι μεταναστευτικό πουλί και αναπαράγεται σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης. Κάνει τη φωλιά του ανάμεσα στους καλαμώνες και χρησιμοποιεί για την κατασκευή της καλάμια και χόρτα από το γύρω περιβάλλον. Το θηλυκό γεννά το Μάιο 4-6 αυγά τα οποία εκκολάπτει για ένα περίπου μήνα. Η επώαση πραγματοποιείται αποκλειστικά από το θηλυκό, με το αρσενικό να την εφοδιάζει με τροφή. Οι νεοσσοί είναι έτοιμοι να πετάξουν μετά την πάροδο δύο μηνών. Ζει 17 χρόνια.
Βιότοπος: Σε έλη, τενάγη, βάλτους με καλαμιώνες, μπορεί επίσης να τον δούμε σε πολλά άλλα ανοιχτά ενδιαιτήματα, όπως γεωργικές εκτάσεις ή αμμοθίνες, δέλτα ποταμών και λιμνοθάλασσες, ιδίως όταν αυτές οι περιοχές γειτνιάζουν με έλη. Επίσης απαντάται και σε ορυζώνες. Φωλιάζει στους καλαμιώνες.
Τροφή: Τρέφεται με μικρά θηλαστικά, βατράχια, ερπετά και ψάρια που βρίσκει στις λίμνες.
Καθεστώς προστασίας:
Ι. Συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο του Κόκκινου Βιβλίου για τα απειλούμενα
σπονδυλόζωα της Ελλάδος, στην κατηγορία Τρωτά.
ΙΙ. Συμπεριλαμβάνεται στο παράρτημα Ι της Κοινοτικής Οδηγίας 79/409 του
Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διατήρηση των άγριων πουλιών.
ΙΙΙ. Συμπεριλαμβάνεται στα είδη του Παραρτήματος ΙΙ της Σύμβασης της Βέρνης για τη διατήρηση της ευρωπαϊκής άγριας ζωής και των φυσικών βιοτόπων.
Τα είδη που συναντούνται στην Ελλάδα:
στεπόκιρκος, κίρκος ο μακρόουρος (Circus macrourus)
(Pallid Harrier) Mεταναστευτικό πουλί και συχνάζει σε ημιερήμους και στέπες έως τα 2.000 μέτρα, ενώ οι προτιμώμενες περιοχές ωοτοκίας είναι τα λιβάδια κοντά σε μικρά ποτάμια και λίμνες. Γεννά τέσσερα μέχρι πέντε αβγά, και η επώαση πραγματοποιείται αποκλειστικά από το θηλυκό, και διαρκεί 28-30 ημέρες, με το αρσενικό να εφοδιάζει με τροφή. Μετά την εκκόλαψη, τη σίτιση των νεοσσών αναλαμβάνει το θηλυκό.
καλαμόκιρκος, κίρκος ο χαλκόχρωμος (Circus aeruginosus)
(Western Marsh-harrier) Μεταναστευτικό πουλί και αναπαράγεται σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης. Είναι ο μεγαλύτερος σε μέγεθος και ο πιο κοινός από όλους τους κίρκους που συναντάμε στον τόπο μας. Συναντάται σε υγροτόπους, ιδίως εκείνους που είναι πλούσιοι σε καλαμιώνες. Η επώαση πραγματοποιείται αποκλειστικά από το θηλυκό, με το αρσενικό να την εφοδιάζει με τροφή και διαρκεί 33-38 ημέρες. Μετά την εκκόλαψη, τη σίτιση των νεοσσών αναλαμβάνει το θηλυκό, ενώ το αρσενικό προμηθεύει την τροφή. Κατόπιν, κυνηγούν και οι δύο γονείς ταυτόχρονα.
βαλτόκιρκος, χειμωνόκιρκος, κίρκος ο κυανούς (Circus cyaneus)
(Hen Harrier) Mεταναστευτικό πουλί. Aπαντάται μόνον ως διαβατικός χειμερινός επισκέπτης, σε μεγάλες ανοικτές, υγρές περιοχές, υφάλμυρους βάλτους και υγρά χωράφια. Το κτίσιμο της φωλιάς γίνεται κυρίως από το θηλυκό στο έδαφος με την τοποθέτηση ενός στρώματος από κλαδιά, επιστρωμένο με μαλακά χόρτα. Η επώαση πραγματοποιείται αποκλειστικά από το θηλυκό, και διαρκεί 29-39 ημέρες, με το αρσενικό να εφοδιάζει με τροφή.
λιβαδόκιρκος, κίρκος ο πύγαργος (Circus pygargus)
(Montagu’s Harrier) Είναι είδος των πεδινών περιοχών, που φωλιάζει κυρίως στις κοιλάδες ποταμών, πεδιάδες, και στα μέρη που γειτνιάζουν με τις λίμνες και τη θάλασσα. Η φωλιά κατασκευάζεται στο έδαφος από καλάμια, ξερόκλαδα και σκληρό γρασίδι, επιστρωμένη με μαλακό χορτάρι και με διάμετρο 30-40 εκατοστών. Γεννά τέσσερα μέχρι πέντε αβγά, και η επώαση πραγματοποιείται αποκλειστικά από το θηλυκό, και διαρκεί 27-40 ημέρες, με το αρσενικό να εφοδιάζει με τροφή. Μετά την εκκόλαψη, τη σίτιση των νεοσσών αναλαμβάνει το θηλυκό.
στεπόκιρκος, κίρκος ο μακρόουρος (Circus macrourus)
(Pallid Harrier) Mεταναστευτικό πουλί και συχνάζει σε ημιερήμους και στέπες έως τα 2.000 μέτρα, ενώ οι προτιμώμενες περιοχές ωοτοκίας είναι τα λιβάδια κοντά σε μικρά ποτάμια και λίμνες. Γεννά τέσσερα μέχρι πέντε αβγά, και η επώαση πραγματοποιείται αποκλειστικά από το θηλυκό, και διαρκεί 28-30 ημέρες, με το αρσενικό να εφοδιάζει με τροφή. Μετά την εκκόλαψη, τη σίτιση των νεοσσών αναλαμβάνει το θηλυκό.
καλαμόκιρκος, κίρκος ο χαλκόχρωμος (Circus aeruginosus)
(Western Marsh-harrier) Μεταναστευτικό πουλί και αναπαράγεται σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης. Είναι ο μεγαλύτερος σε μέγεθος και ο πιο κοινός από όλους τους κίρκους που συναντάμε στον τόπο μας. Συναντάται σε υγροτόπους, ιδίως εκείνους που είναι πλούσιοι σε καλαμιώνες. Η επώαση πραγματοποιείται αποκλειστικά από το θηλυκό, με το αρσενικό να την εφοδιάζει με τροφή και διαρκεί 33-38 ημέρες. Μετά την εκκόλαψη, τη σίτιση των νεοσσών αναλαμβάνει το θηλυκό, ενώ το αρσενικό προμηθεύει την τροφή. Κατόπιν, κυνηγούν και οι δύο γονείς ταυτόχρονα.
βαλτόκιρκος, χειμωνόκιρκος, κίρκος ο κυανούς (Circus cyaneus)
(Hen Harrier) Mεταναστευτικό πουλί. Aπαντάται μόνον ως διαβατικός χειμερινός επισκέπτης, σε μεγάλες ανοικτές, υγρές περιοχές, υφάλμυρους βάλτους και υγρά χωράφια. Το κτίσιμο της φωλιάς γίνεται κυρίως από το θηλυκό στο έδαφος με την τοποθέτηση ενός στρώματος από κλαδιά, επιστρωμένο με μαλακά χόρτα. Η επώαση πραγματοποιείται αποκλειστικά από το θηλυκό, και διαρκεί 29-39 ημέρες, με το αρσενικό να εφοδιάζει με τροφή.
λιβαδόκιρκος, κίρκος ο πύγαργος (Circus pygargus)
(Montagu’s Harrier) Είναι είδος των πεδινών περιοχών, που φωλιάζει κυρίως στις κοιλάδες ποταμών, πεδιάδες, και στα μέρη που γειτνιάζουν με τις λίμνες και τη θάλασσα. Η φωλιά κατασκευάζεται στο έδαφος από καλάμια, ξερόκλαδα και σκληρό γρασίδι, επιστρωμένη με μαλακό χορτάρι και με διάμετρο 30-40 εκατοστών. Γεννά τέσσερα μέχρι πέντε αβγά, και η επώαση πραγματοποιείται αποκλειστικά από το θηλυκό, και διαρκεί 27-40 ημέρες, με το αρσενικό να εφοδιάζει με τροφή. Μετά την εκκόλαψη, τη σίτιση των νεοσσών αναλαμβάνει το θηλυκό.