Φιδαετός, κιρκάετος ο φιδοφάγος (Circaetus gallicus)
Ο Φιδαετός είναι μεταναστευτικός μεσαίου μεγέθους αετός. Είναι ο πιο συνηθισμένος αετός τους καλοκαιρινούς μήνες. Κατά τη μετανάστευση μεγάλοι αριθμοί περνούν από τους υγροτόπους της βορείου Ελλάδας και ακολουθώντας τα φαράγγια των ποταμών όπου βρίσκουν ανοδικά ρεύματα διαχέονται σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο αναπαραγωγικός πληθυσμός της Ελλάδας εκτιμάται σε 300-500 ζευγάρια (Hallman 1985a) και είναι κατανεμημένος σε όλη την επικράτεια.
Ιερακόμορφα | Αετίδαι, (Accipitridae)
Ο Φιδαετός παρουσιάζει ευρεία εξάπλωση στην δυτική Παλαιαρκτική καθώς συναντάται από την δυτική και νότια Ευρώπη μέχρι την κεντρική Ασία. Ο παγκόσμιος πληθυσμός του εκτιμάται σε 51.000 – 156.000 ζευγάρια ενώ στην Ευρώπη κυμαίνεται μεταξύ 8.400-13.000 ζευγάρια (BirdLife International 2004). Το είδος ξεχειμωνιάζει στην υποσαχάρια Αφρική ενώ στην Ελλάδα έρχεται στα μέσα Μάρτη με αρχές Απρίλη. Παρατηρείται σχεδόν σε όλη την ηπειρωτική χώρα αλλά και σε πολλά νησιά συμπεριλαμβανομένης και της Κρήτης.
Είναι ίσως ο πιο κοινός αετός των ορεινών όγκων της κεντρικής Ελλάδας. Ο
πληθυσμός του εκτιμάται σε 300-500 ζευγάρια (BirdLife International 2004).
Οικολογία: Τυπικό είδος των Μεσογειακών οικοσυστημάτων συναντάται σε ανοιχτές εκτάσεις κυρίως με παραδοσιακές χρήσεις γης όπως βοσκότοπους, αραιούς θαμνώνες και χωράφια με ξερολιθιές και χέρσες εκτάσεις (Cramp & Simmons 1980). Φωλιάζει σε ψηλά δέντρα (κωνοφόρα αλλά και φυλλοβόλα) σε δασικές συστάδες με διάκενα ή με πεδιάδες σε άμεση γειτνίαση. Γεννάει (τέλη Μάρτη με Απρίλη) 1 αυγό το οποίο επωάζει για 45 ημέρες ενώ ο νεοσσός εγκαταλείπει την φωλιά μετά από 70-75 ημέρες. Ο τυπικός βιότοπος κυνηγίου του περιλαμβάνει λοφώδης περιοχές με χαμηλή βλάστηση και αραιή δασοκάλυψη. Επίσης είναι κοινός σε αλπικά λιβάδια με βράχια και σάρες αρκεί να υπάρχει ικανοποιητική πυκνότητα ερπετών.
Τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά με φίδια (>90%) και σαύρες.
Πως θα τον αναγνωρίσουμε: Το μήκος του φθάνει μέχρι 80 εκ. Το χρώμα στην πλάτη είναι ανοιχτό καστανό και στην κοιλιά λευκό με καφεκίτρινες κηλίδες. Το πόδια στο κάτω μέρος είναι γυμνά και προστατεύονται από χονδρά λέπια. Τα δάχτυλα είναι κοντά και τα νύχια ισχυρά ώστε να συγκρατούν τα θηράματα.
Απειλές: Βασικές απειλές για το είδος αποτελούν η λαθροθηρία, οι πυρκαγιές (ειδικά στις Μεσογειακές χώρες) και η απομάκρυνση των ώριμων δέντρων που του στερούν σημαντικές θέσεις φωλιάσματος. Επίσης η εγκατάλειψη των εκτατικών μορφών γεωργίας και κυρίως η παρακμή των παραδοσιακών συστημάτων βόσκησης έχουν ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση του βιοτόπου κυνηγίου.
Ο Φιδαετός είναι μεταναστευτικός μεσαίου μεγέθους αετός. Είναι ο πιο συνηθισμένος αετός τους καλοκαιρινούς μήνες. Κατά τη μετανάστευση μεγάλοι αριθμοί περνούν από τους υγροτόπους της βορείου Ελλάδας και ακολουθώντας τα φαράγγια των ποταμών όπου βρίσκουν ανοδικά ρεύματα διαχέονται σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο αναπαραγωγικός πληθυσμός της Ελλάδας εκτιμάται σε 300-500 ζευγάρια (Hallman 1985a) και είναι κατανεμημένος σε όλη την επικράτεια.
Ιερακόμορφα | Αετίδαι, (Accipitridae)
Αετίδες
Θαλασσαετός
Φιδαετός
Αετογερακίνα
Χιονογερακίνα
Γερακίνα
Ψαλιδιάρης
Σφηκιάρης
Έλανος
Τσίφτης
Ψαραετός
Αλιάστωρ
Φωλιάζει κυρίως σε παλιά δέντρα σε δάση κωνοφόρων, πλατύφυλλων και μεικτά δάση, σπανιότερα δε και σε βράχια. Διανύει μεγάλες αποστάσεις για να βρει την τροφή του που αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από ερπετά (φίδια και σαύρες). Κυνηγά στις ανοικτές με χαμηλή βλάστηση περιοχές, τα ξέφωτα, τους θαμνώνες τις αγροτικές εκτάσεις και τους υγροτόπους. Μπορεί να μείνει αιωρούμενος στο ίδιο σημείο εποπτεύοντας το έδαφος για θήραμα. Φωλιάζει σε βραχώδεις θέσεις και σε δάση πλατύφυλλων.Θαλασσαετός
Φιδαετός
Αετογερακίνα
Χιονογερακίνα
Γερακίνα
Ψαλιδιάρης
Σφηκιάρης
Έλανος
Τσίφτης
Ψαραετός
Αλιάστωρ
Ο Φιδαετός παρουσιάζει ευρεία εξάπλωση στην δυτική Παλαιαρκτική καθώς συναντάται από την δυτική και νότια Ευρώπη μέχρι την κεντρική Ασία. Ο παγκόσμιος πληθυσμός του εκτιμάται σε 51.000 – 156.000 ζευγάρια ενώ στην Ευρώπη κυμαίνεται μεταξύ 8.400-13.000 ζευγάρια (BirdLife International 2004). Το είδος ξεχειμωνιάζει στην υποσαχάρια Αφρική ενώ στην Ελλάδα έρχεται στα μέσα Μάρτη με αρχές Απρίλη. Παρατηρείται σχεδόν σε όλη την ηπειρωτική χώρα αλλά και σε πολλά νησιά συμπεριλαμβανομένης και της Κρήτης.
Είναι ίσως ο πιο κοινός αετός των ορεινών όγκων της κεντρικής Ελλάδας. Ο
πληθυσμός του εκτιμάται σε 300-500 ζευγάρια (BirdLife International 2004).
Οικολογία: Τυπικό είδος των Μεσογειακών οικοσυστημάτων συναντάται σε ανοιχτές εκτάσεις κυρίως με παραδοσιακές χρήσεις γης όπως βοσκότοπους, αραιούς θαμνώνες και χωράφια με ξερολιθιές και χέρσες εκτάσεις (Cramp & Simmons 1980). Φωλιάζει σε ψηλά δέντρα (κωνοφόρα αλλά και φυλλοβόλα) σε δασικές συστάδες με διάκενα ή με πεδιάδες σε άμεση γειτνίαση. Γεννάει (τέλη Μάρτη με Απρίλη) 1 αυγό το οποίο επωάζει για 45 ημέρες ενώ ο νεοσσός εγκαταλείπει την φωλιά μετά από 70-75 ημέρες. Ο τυπικός βιότοπος κυνηγίου του περιλαμβάνει λοφώδης περιοχές με χαμηλή βλάστηση και αραιή δασοκάλυψη. Επίσης είναι κοινός σε αλπικά λιβάδια με βράχια και σάρες αρκεί να υπάρχει ικανοποιητική πυκνότητα ερπετών.
Τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά με φίδια (>90%) και σαύρες.
Πως θα τον αναγνωρίσουμε: Το μήκος του φθάνει μέχρι 80 εκ. Το χρώμα στην πλάτη είναι ανοιχτό καστανό και στην κοιλιά λευκό με καφεκίτρινες κηλίδες. Το πόδια στο κάτω μέρος είναι γυμνά και προστατεύονται από χονδρά λέπια. Τα δάχτυλα είναι κοντά και τα νύχια ισχυρά ώστε να συγκρατούν τα θηράματα.
Απειλές: Βασικές απειλές για το είδος αποτελούν η λαθροθηρία, οι πυρκαγιές (ειδικά στις Μεσογειακές χώρες) και η απομάκρυνση των ώριμων δέντρων που του στερούν σημαντικές θέσεις φωλιάσματος. Επίσης η εγκατάλειψη των εκτατικών μορφών γεωργίας και κυρίως η παρακμή των παραδοσιακών συστημάτων βόσκησης έχουν ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση του βιοτόπου κυνηγίου.